του Χρήστου Ηλιόπουλου*
Πολλές φορές ομογενείς που έχουν στα χέρια τους μία δικαστική απόφαση από χώρα του εξωτερικού, όπως είναι και ο Καναδάς, χρειάζονται η εν λόγω αλλοδαπή απόφαση να ισχύσει και στην Ελλάδα. Αυτό είναι συχνά αναγκαίο εάν επί παραδείγματι η δικαστική απόφαση αφορά χρηματική οφειλή του Α προς τον Β, η οποία έχει επικυρωθεί με δικαστική απόφαση στον Καναδά, αλλά ο Α, που είναι ο οφειλέτης, δεν έχει περιουσία στον Καναδά, έχει όμως στην Ελλάδα. Η απόφαση πρέπει τότε να αποκτήσει νομική ισχύ στην Ελλάδα, ώστε μετά να γίνει η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης επί περιουσιακών στοιχείων που έχει ο Α στην Ελλάδα, όπως ακίνητα ή τραπεζικούς λογαριασμούς και κατ’ αυτόν τον τρόπο να ικανοποιηθεί η εξοπλισμένη με εκτελεστό τίτλο (δικαστική απόφαση) απαίτηση του Β. Μία άλλη πολύ συχνή περίπτωση είναι η απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου που λύει τον γάμο μεταξύ δύο προσώπων, που μπορεί να είχαν παντρευτεί στην Ελλάδα ή στον Καναδά.
Η απόφαση διαζυγίου του καναδικού δικαστηρίου πρέπει να καταχωρηθεί και στο δημοτολόγιο στην οικογενειακή μερίδα του Έλληνα πρώην συζύγου, είτε διότι αυτός θέλει μετά να τελέσει νέο γάμο, είτε διότι απλώς θέλει να έχει εν τάξει την οικογενειακή του κατάσταση στην Ελλάδα και να μην φαίνεται νυμφευμένος – παντρεμένος, ενώ έχει βγάλει διαζύγιο στον Καναδά. Ακόμα και για λόγους μετέπειτα κληρονομικής διαδοχής μπορεί κάποιος να θέλει η αλλοδαπή απόφαση διαζυγίου να ισχύσει και στην Ελλάδα, ώστε να μην φαίνεται πλέον ως παντρεμένος στην Ελλάδα και έτσι όταν κληρονομηθεί να μην τον κληρονομήσει ο / η πρώην σύζυγός του. Όταν λοιπόν επιθυμούμε η αλλοδαπή δικαστική απόφαση να ισχύσει και στην Ελλάδα, πρέπει να γίνει ένα δικαστήριο στην Αθήνα, όπου θα προσκομισθεί η αλλοδαπή δικαστική απόφαση, είτε με Αποστίλλη (Σύμβαση της Χάγης της 5ης Οκτωβρίου 1961), αν προέρχεται από χώρα που είναι μέλος της σχετικής διεθνούς συμβάσεως, είτε με επικύρωση από το ελληνικό προξενείο της ξένης χώρας, ή από το προξενείο της ξένης χώρας στην Ελλάδα, εάν η χώρα αυτή δεν μετέχει στην εν λόγω διεθνή σύμβαση περί Αποστίλλης, όπως ο Καναδάς. Η αλλοδαπή απόφαση πρέπει να προσκομισθεί τόσο στο πρωτότυπό της στην γλώσσα του αλλοδαπού δικαστηρίου, όσο και σε επίσημη μετάφραση στην ελληνική, είτε από την μεταφραστική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδος, είτε από δικηγόρο στην Ελλάδα, που θα μπορεί καλύτερα να αντιπαραβάλλει τους νομικούς όρους μεταξύ των δύο γλωσσών και των δύο νομικών συστημάτων, ερμηνεύοντας καλύτερα στην ελληνική την σχετική ορολογία. Απαιτείται επίσης να αποδεικνύεται ότι η αλλοδαπή απόφαση είναι αμετάκλητη, κατά το ελληνικό δίκαιο, που συνήθως στο αλλοδαπό δίκαιο σημαίνει «τελεσίδικη, final, absolute» ή κάτι παρόμοιο.
Αυτό μπορεί να προκύπτει από το κείμενο της ίδιας της αλλοδαπής δικαστικής αποφάσεως, είτε από ξεχωριστό πιστοποιητικό της γραμματείας του αλλοδαπού δικαστηρίου ή ακόμα και από έγγραφο του δικαστή. Μεγάλη προσοχή πρέπει να δίδεται στο κείμενο της αλλοδαπής δικαστικής αποφάσεως, διότι αποφάσεις από διάφορες χώρες του κόσμου έχουν εντελώς διαφορετική μορφή εν σχέσει προς τις προδιαγραφές του κειμένου μίας ελληνικής δικαστικής αποφάσεως. Συχνά προσκομίζεται στην Ελλάδα έγγραφο από ξένη χώρα που δεν είναι δικαστική απόφαση διαζυγίου, αλλά πιστοποιητικό (certificate) διαζυγίου. Αυτό δεν θα γίνει δεκτό από το ελληνικό δικαστήριο, διότι αναγνώριση δεδικασμένου και νομική ισχύς μπορεί να δοθεί στην Ελλάδα μόνο σε αλλοδαπή δικαστική απόφαση και όχι σε αλλοδαπό πιστοποιητικό.
*Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. www.greekadvocate.eu bm-bioxoi@otenet.gr