Ανήλικοι παραβάτες (Τροποποιήσεις του Ποινικού Δικαίου Ανηλίκων Ν. 5090/2024)

Στα πλαίσια των διατάξεων του Συντάγματος η παιδική ηλικία, τελεί υπό την προστασία του Κράτους, το οποίο λαμβάνει μέτρα, ειδικά για την προστασία της νεότητας (άρθρο 21 παρ. 3 του Συντάγματος).

Η νεανική ή ανήλικη παραβατικότητα είναι ένα πολυσύνθετο φαινόμενο με πολλές όψεις. Αποτελεί σημείο που διασταυρώνονται ψυχολογικές και κοινωνιολογικές έννοιες. Έννοιες που αφορούν τον ανήλικο, την προσωπικότητά του, το πλαίσιο μέσα στο οποίο κοινωνικοποιείται, την επαφή του με τους κρατικούς φορείς εξουσίας (σύστημα δικαιοσύνης, επιμελητές ανηλίκων, αστυνομικές αρχές), την αντιμετώπιση απ’ αυτούς, καθώς και την επίσημη αντίδραση της πολιτείας απέναντι σ’ αυτούς που παραβαίνουν κοινωνικούς και νομικούς κανόνες. Ως εκ τούτου η προσέγγιση του φαινομένου της παραβατικότητας παρουσιάζει αρκετές δυσκολίες.

Ανήλικοι κατά το Ποινικό Δίκαιο νοούνται αυτοί που, κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης, έχουν ηλικία μεταξύ του δωδέκατου και του δέκατου όγδοου έτους της ηλικίας τους συμπληρωμένων. Ποινικά αδικήματα που τελούνται από παιδιά κάτω των 12 ετών παραμένουν ατιμώρητα.

Στους ανήλικους παραβάτες ηλικίας 12 έως 15 ετών δεν καταλογίζονται ποινικά οι πράξεις και λαμβάνονται αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα, ενώ εκείνοι που κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης έχουν ηλικία πάνω από τα 15 έτη τιμωρούνται με αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα και με εγκλεισμό σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων. Αναμορφωτικά μέτρα είναι μία απλή επίπληξη του ανηλίκου έως και η αφαίρεση της επιμέλειας από τους γονείς. Θεραπευτικά μέτρα είναι η υποχρεωτική παρακολούθηση συμβουλευτικού προγράμματος έως και η ανάθεση της επιμέλειας σε ανάδοχη οικογένεια ή επιμελητή ανηλίκων. Ο εγκλεισμός σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων μπορεί να επιβληθεί σε περίπτωση που ο ανήλικος, άνω των 15 ετών, τελέσει κακούργημα. Το περιεχόμενο και η διάρκεια κάθε μέτρου πρέπει να είναι ανάλογα προς τη βαρύτητα της πράξης που έχει τελεστεί, την προσωπικότητα του ανηλίκου και τις βιοτικές του συνθήκες. Για την εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας και της αναγκαιότητας, τα αναμορφωτικά μέτρα που προβλέπονται στις περιπτώσεις α’ έως θβ’ της παρ. 1 του άρθρου 122 ΠΚ προτάσσονται των υπολοίπων.

Ο ανήλικος ύποπτος ή κατηγορούμενος έχει δικαίωμα συνδρομής σε όλα τα στάδια της ποινικής δίωξης τόσο από δικηγόρο όσο και από τον ασκούντα την επιμέλειά του. Η συνδρομή από δικηγόρο περιλαμβάνει τα εξής:

α) δικαίωμα κατ’ ιδίαν συνάντησης και επικοινωνίας του ανηλίκου με τον δικηγόρο που τον εκπροσωπεί πριν από την εξέτασή του από τις διωκτικές, εισαγγελικές ή δικαστικές αρχές,

β) την παράσταση του δικηγόρου κατά τη διάρκεια της εξέτασης του ανηλίκου από τις παραπάνω αρχές με ουσιαστική συμμετοχή αυτού κατά τη διάρκεια της εξέτασης,

γ) την παράσταση του δικηγόρου κατά τις ακόλουθες ανακριτικές πράξεις ή πράξεις συλλογής αποδεικτικών στοιχείων:

i) προσέλευση προσώπων για αναγνώριση,

ii) κατ’ αντιπαράσταση εξετάσεις,

iii) αναπαραστάσεις του εγκλήματος.

Επιπλέον, ο ανήλικος ύποπτος ή κατηγορούμενος αξιολογείται υποχρεωτικά από την Υπηρεσία Επιμελητών Ανηλίκων και Κοινωνικής Αρωγής. Σημαντικό είναι, επίσης, να αναφερθεί ότι ευθύνη μπορεί να γεννηθεί και σε αυτούς που έχουν την επιμέλεια του ανηλίκου για παραμέληση εποπτείας ανηλίκου (άρθρο 360 ΠΚ) όταν το τελευταίο είναι κάτω των 15 ετών λόγω μειωμένης δικαιοπρακτικής ικανότητας.

Περισσότερα από 10.700 περιστατικά παραβατικότητας ανηλίκων απασχόλησαν την ΕΛ.ΑΣ το 2023. Μόλις 4.864 περιστατικά το 2020. Παρατηρείται, λοιπόν, αύξηση κατά 70% από το έτος 2020. Το 26% των παιδιών ξεκινά την παραβατική συμπεριφορά μεταξύ 8-14 ετών. Ενδεχομένως, η έξαρση να συνδέεται και με τα LOCKDOWNS ή την ολοένα αυξανόμενη επίδραση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης/επιρροές από συμμορίες του εξωτερικού που έγιναν γνωστές μέσα από το διαδίκτυο. Η εξοικείωση με τα όπλα προβληματίζει τις Αρχές, καθώς οι υποθέσεις οπλοφορίας από 72 το 2000 αυξήθηκαν σε 201 το 2023 (179%).

Ο Ν. 5090/2024 ψηφίστηκε υπό το βάρος κοινωνικών πιέσεων, λόγω της ολοένα αυξανόμενης εγκληματικότητας (φαινόμενο που έχει λάβει ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις και στους ανηλίκους, τόσο ενδοσχολικώς όσο και στα πλαίσια οπαδικής βίας). Τροποποιήσεις επήλθαν και στο ποινικό δίκαιο ανηλίκων, η εφαρμογή των οποίων έχει αρχίσει από την 1η Μαϊου 2024. Πιο συγκεκριμένα, θέλοντας ο νομοθέτης την ικανοποίηση του λεγόμενου «λαϊκού περί δικαίου αισθήματος» προέβη στην αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης των ανηλίκων δραστών. Ειδικότερα, κατά την προϊσχύουσα διάταξη του άρθρου 127 ΠΚ, ένας ανήλικος δράστης μπορούσε να εκτίσει ποινή εντός ειδικού καταστήματος κράτησης νέων μόνο εφόσον ήταν άνω των 15 ετών και για πράξη που εάν την τελούσε ενήλικος θα ήταν κακούργημα και μόνο εφόσον η πράξη αυτή ενείχε στοιχεία βίας ή έπληττε τη ζωή ή την σωματική ακεραιότητα του θύματος (ανθρωποκτονία από πρόθεση, βιασμός, βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη και ληστεία). Σύμφωνα με τη νέα διάταξη του άρθρου 127 ΠΚ, χορηγείται πλέον στην ποινική δικαιοσύνη η ευρύτερη δυνατότητα να διατάσσει τον εγκλεισμό (πιο δόκιμα περιορισμό) ανηλίκων που έχουν συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας τους σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων, εφόσον η πράξη τους αν την τελούσε ενήλικος θα ήταν οποιοδήποτε κακούργημα.     

Ωστόσο, έχουν εντοπιστεί να ευρίσκονται εκτός του ρυθμιστικού πεδίου της νέας διάταξης του άρθρου 127 ΠΚ οι εξής περιπτώσεις σοβαρότατων κακουργημάτων μείζονος ποινικής και κοινωνικής απαξίας:

  • Διακεκριμένη διακίνηση ναρκωτικών και παράνομη προώθηση αλλοδαπών που αν τις τελούσε ενήλικος, οι ποινές θα ήταν πολυετείς πρόσκαιρες καθείρξεις. Οι ευμενείς διατάξεις για τους ανηλίκους τους καθιστούν πρόσφορους σε εκμετάλλευση από εγκληματικές οργανώσεις (πχ να διακινούν ναρκωτικά επειδή δεν απειλούνται με στερητικές ελευθερίας ποινές).
  • Διακεκριμένες κλοπές, κλοπή ή κλοπές που τελούνται από δύο ή περισσότερους που έχουν ενωθεί με αυτό το σκοπό ή κλοπές με συνολικό αντικείμενο άνω των 120.000 ευρώ (πχ ομάδα ανηλίκων που διαπράττει συστηματικά κλοπές ποδηλάτων ή παραβιάζει σταθμευμένα ΙΧ).
  • Κακουργηματική προσβολή πνευματικής ιδιοκτησίας (κατ’ επάγγελμα ή σε εμπορική κλίμακα) (πχ ανήλικος στήνει μία πλατφόρμα ή μία ιστοσελίδα από την οποία δύνανται οι χρήστες του διαδικτύου να παρακολουθούν αγώνες «πειρατικά»). Πρόκειται για δραστηριότητα η οποία είναι άκρως διαδεδομένη στην εποχή μας και η οποία δεν φέρει καν όποια αξιοσημείωτη ηθική ή νομική απαξία.

Συμπερασματικά, είναι σαφές ότι η αντιμετώπιση των ανηλίκων δραστών από την ποινική δικαιοσύνη αυστηροποιείται δραστικά, αφού οι ανήλικοι εξομοιώνονται σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό με τους ενήλικους δράστες. Κάτι που, εντούτοις, δεν συνάδει με την ανάγκη και την υποχρέωση κάθε σύγχρονου κράτους δικαίου να διασφαλίζει πρωτίστως την επαρκή προστασία και απομάκρυνση των ανηλίκων από την ροπή σε έκνομη συμπεριφορά (με την παροχή πλήρους κοινωνικής πρόνοιας, την επωφελή διαπαιδαγώγηση και την επαγγελματική απορρόφηση τους). Η καταστολή της παραβατικότητας των ανηλίκων συνιστά το αποτέλεσμα και όχι την αιτία του φαινομένου. 

Γράφει η Πέττα Κατερίνα

Νομική σύμβουλος Συμβουλευτικού Κέντρου Γυναικών θυμάτων βίας ή/και πολλαπλών διακρίσεων Δήμου Ζακύνθου