της Αναστασίας Σκανδάλη, τελειόφοιτης Νομικής ΑΠΘ
Η διαμεσολάβηση ως διαδικασία επίλυσης διαφορών αποτελεί συγκριτικά με την δικαστική διαδικασία μία επιλογή ταχύτερη , αποτελεσματικότερη ,με μικρότερο κόστος και τόνωση του αισθήματος δικαιοσύνης στους πολίτες.
Στην Ελλάδα ο θεσμός της διαμεσολάβησης θεσμοθετήθηκε με το ν .3898/2010 και αφορά υποθέσεις αστικής και εμπορικής φύσεως αποτελώντας μια πρώιμη και προαιρετική δικαική διαδικασία . Ως διαμεσολάβηση νοείται μια συγκροτημένη διαδικασία μεταξύ δύο μερών για την ανεύρεση μίας κοινής συμβιβαστικής λύσης ώστε να επιλυθεί μία διαφορά που ανακύπτει με τη βοήθεια ενός ουδέτερου και καταρτισμένου προσώπου , του διαπιστευμένου διαμεσολαβητή .Η διαμεσολάβηση λαμβάνει χώρα σε ουδέτερο πλαίσιο ενώ τα εμπλεκόμενα μέρη της ,λειτουργώντας σε περιβάλλον εμπιστευτικότητας, αναζητούν μία κοινή αποδεκτή λύση στη διαφορά που έχει ανακύψει μεταξύ τους .Εφόσον αυτή επιτευχθεί ,τα εμπλεκόμενα μέρη υπογράφουν από κοινού ένα πρακτικό απόφασης το οποίο συνιστά άμεσα εκτελεστό τίτλο και σε περίπτωση μη εφαρμογής του επέρχονται οι ανάλογες κυρώσεις .
Στο πλαίσιο των διαφορών που ανακύπτουν μεταξύ Δημοσίου και πολιτών , η εισαγωγή του θεσμού της διαμεσολάβησης αποτελεί την υλοποίηση της δέσμευσης 4 του Εθνικού Σχεδίου Δράσης 2016-2018 για την Ανοιχτή Διακυβέρνηση . Οι δυνατότητες των πολιτών έναντι των δυσλειτουργειών που ανακύπτουν κατά τη συναλλαγή τους με τις δημόσιες υπηρεσίες περιορίζονται στην δυνατότητα κατάθεσης αιτήσεων και ενδικοφανών προσφυγών ενώ σε περίπτωση που αυτές δεν ευδοκιμήσουν το λόγο λαμβάνουν τα διοικητικά δικαστήρια στα οποία παρατηρείται υπερπληθώρα εκκρεμών υποθέσεων .Προκειμένου ,λοιπόν ,να μειωθούν οι παραφωνίες που συχνά πυκνά συναντώνται κατά τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης , η θεσμική διαμεσολάβηση θα μπορούσε να αποτελεί δεσμευτικό στάδιο πριν από την προσφυγή στη δικαιοσύνη.
Ο τρόπος λειτουργίας της θεσμικής διαμεσολάβησης έχει ως εξής . Το κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο πριν προσφύγει δικαστικώς θα πρέπει με αιτιολογημένη αίτησή του και με πιθανή παρουσία δικηγόρου να οδηγείται σε διαμεσολάβηση με το Δημόσιο στην οποία θα συμμετάσχει εκπρόσωπος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ,για την επίλυση τυχόν διαφοράς που υπάρχει. Στη θεσμική διαμεσολάβηση μπορούν να περιληφθούν κάθε είδους διαφορές που ανακύπτουν σε οποιονδήποτε τομέα άσκησης κρατικής πολιτικής όπως στον τομέα της αυτοδιοίκησης και κυρίως στο πλαίσιο φορολογικών διαφορών .Με την εν λόγω διαδικασία, τα μέρη δεσμεύονται να προσπαθήσουν να επιλύσουν την διαφορά που έχει ανακύψει όχι όμως και να συμφωνήσουν προκαταβολικά με αποτέλεσμα πολλές υποθέσεις να μη χρειαστεί καν να πάρουν τη δικαστική οδό . Οι διαμεσολαβητές που θα κινούν την εν λόγω διαδικασία θα επιλέγονται είτε έπειτα από συμφωνία των μερών είτε κατόπιν κλήρωσης από τον ενιαίο κατάλογο διαπιστευμένων διαμεσολαβητών που διαθέτει το Υπουργείου Δικαιοσύνης . Σημαντική θα είναι και η συνεισφορά του Συνήγορου του Πολίτη ο οποίος μπορεί να αποτελέσει φορέα στήριξης της Διαμεσολάβησης εισφέροντας το απαιτούμενο υλικό στο έργο του Διαμεσολαβητή .
Τα πλεονεκτήματα και οφέλη της θεσμικής διαμεσολάβησης είναι πλείστα . Η εν λόγω διαδικασία εγγυάται καταρχήν την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων ,την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης και την εξοικονόμηση πόρων .Ουσιαστική θα είναι η συνεισφορά της και στην καταπολέμηση της κακοδιοίκησης ,των αυθαιρεσιών της και της γραφειοκρατίας .Μένει να δούμε αν η δέσμευση του Υπουργού Επικρατείας κ.Χριστόφορου Βερναρδάκη σε πρόσφατη συνέντευξή του για την εισαγωγή του θεσμού της διαμεσολάβησης στις διαφορές Δημοσίου -πολιτών καταστεί απτή πραγματικότητα .