Η συνέντευξη του Προέδρου του ΔΣΑ και της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος στην Ημερησία

«Οι ρυθμίσεις του Ασφαλιστικού για τους δικηγόρους χαρακτηρίζονται από έλλειμμα σεβασμού στο Σύνταγμα», τονίζει στην «ΗτΣ» ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Βασίλης Αλεξανδρής. «Σ' ένα κράτος δικαίου, δεν έχει θέση ένα εκρηκτικό μείγμα δυσανάλογων ασφαλιστικών και φορολογικών επιβαρύνσεων που μαθηματικά οδηγεί στην αποστέρηση του δικαιώματος άσκησης του επαγγέλματός μας», επισημαίνει. Απαντά για το «κίνημα της γραβάτας», ενώ προαναγγέλλει την προσφυγή στη Δικαιοσύνη και υποστηρίζει ότι δεν τηρείται η νομιμότητα.

Συνέντευξη // στον Βασίλη Σ. Κανέλλη

 

Εχει περάσει σχεδόν ένας μήνας από την ψήφιση του ασφαλιστικού. Γιατί οι δικηγόροι συνεχίζουν την απεργία; Τι διεκδικείτε πλέον και μέχρι πού μπορείτε να φτάσετε;

Δεν αγνοούμε την ψήφιση του νόμου. Όμως επίσης δεν μπορούμε να αγνοήσουμε και να ξεπεράσουμε τις άκρως δυσμενείς συνέπειες που θα έχει ο νόμος αυτός -στο άμεσα ορατό μέλλον- στη ζωή των δικηγόρων και την απονομή της Δικαιοσύνης.

Θεσπίστηκε ένα σύστημα που είναι αναξιόπιστο και μη βιώσιμο, ένα πλέγμα επαχθών διατάξεων που χαρακτηρίζεται από έλλειμμα σεβασμού στο Σύνταγμα και την ευρωπαϊκή δικαιοταξία. Πρόκειται σαφώς για ρυθμίσεις αντισυνταγματικές, δημευτικές του προϊόντος της εργασίας μας, οι οποίες στρέφονται κατά των αρχών της ανεξαρτησίας του δικηγόρου, της αξιοπρέπειας και της τιμής του δικηγορικού επαγγέλματος. Επισημαίνω ότι οι εν λόγω αρχές αποτελούν συστατικούς όρους άσκησης του λειτουργήματός μας, αλλά και του δικαιώματος κάθε πολίτη να έχει πρόσβαση στη Δικαιοσύνη, κατά τις απαιτήσεις της δίκαιης δίκης.

Συνεπώς για εμάς δεν ισχύει το «ψηφίστηκε» και όλα τελείωσαν. Υπενθυμίζω ότι, καθ' όσον αφορά το ΕΤΑΑ, υπήρξε κατά τη συζήτηση στη Βουλή δημόσια διαβεβαίωση του αρμοδίου υπουργού ότι εντός του Μαΐου θα είχε υποβληθεί η σχετική αναλογιστική μελέτη, που κατά το Σύνταγμα θα πρέπει πάντα να συνοδεύει μια επαχθή νομοθετική «ασφαλιστική μεταρρύθμιση». Βρισκόμαστε ήδη στον Ιούνιο και ο εν λόγω επιβεβλημένος όρος δεν έχει ακόμη εκπληρωθεί. Παραμένει λοιπόν στο ακέραιο ζωντανή και ενεργός η διεκδίκηση τήρησης του Συντάγματος και της νομιμότητας. Ως προς τις μορφές δράσης, το δικηγορικό σώμα έχει τη δύναμη, την υπομονή και την επιμονή να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις με ευρηματικότητα και ρεαλισμό. Μια βασική άμεση επιδίωξη, όπως ήδη ανέφερα κατά την ακρόαση των φορέων στη Βουλή, είναι η απόσπαση του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης από το ΕΤΑΑ και η δημιουργία αυτοδιοικούμενου ΝΙΠΔ, κατόπιν αναλογιστικής μελέτης, με αυτοκαθοριζόμενες εισφορές και παροχές ανάλογες αυτών.

Ποιες είναι οι απώλειες για παλαιούς και νέους δικηγόρους και πώς μπορείτε να αλλάξετε αυτή την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί;

Οπως επανειλημμένα τονίσαμε, αυτό που διακυβεύεται είναι η οικονομική διαβίωση, η επαγγελματική υπόσταση και αξιοπρέπεια κάθε δικηγόρου, ανεξαρτήτως ηλικίας. Ένα παράδειγμα αρκεί: Υπό τα δεδομένα του νόμου, μετά τη μεταβατική περίοδο των εκπτώσεων, ένας (νέος) δικηγόρος άνω των πέντε ετών που έχει εισόδημα 20.000 ευρώ θα κληθεί να καταβάλει για ασφαλιστικές εισφορές και φόρους το ποσό των 11.099 ευρώ. Ποια είναι λοιπόν η προοπτική του, κατά την κυβερνητική λογική; Ποιο είναι το μέλλον που διαγράφεται;

Σ' ένα κράτος δικαίου, δεν έχει θέση ένα εκρηκτικό μείγμα δυσανάλογων ασφαλιστικών και φορολογικών επιβαρύνσεων που μαθηματικά οδηγεί στην αποστέρηση του δικαιώματος άσκησης και ανάπτυξης του επαγγέλματός μας. Γι’ αυτό ακριβώς πιστεύουμε ότι η κατάσταση πρέπει και μπορεί να αλλάξει. Θα εμμείνουμε στη διεκδίκηση νομοθετικών αλλαγών για την ικανοποίηση των αιτημάτων μας. Έχουμε αποφασίσει να προσφύγουμε στη Δικαιοσύνη για να διαγνωστεί η αντισυνταγματικότητα του νόμου και κατά συνέπεια η νομική του αποκαθήλωση. Συμπαραστάτες των προσπαθειών μας έχουμε τους συναδέλφους μας στην Ευρώπη. Ο πρόεδρος του Συμβουλίου των Δικηγορικών Συλλόγων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κ. Benichou έχει ήδη αποστείλει -σε οξύ ύφος- επιστολή στον πρωθυπουργό, στην οποία τόνισε ότι οι επίμαχες ρυθμίσεις οδηγούν σε εξαθλίωση τους Ελληνες δικηγόρους και σε μείωση της ποιότητας απονομής της Δικαιοσύνης. Πρόσφατα, την ίδια θέση εξέφρασε ο κ. Favreau, πρόεδρος του Ινστιτούτου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ευρωπαίων Δικηγόρων στο πλαίσιο εκδήλωσης που διοργανώσαμε από κοινού στην Αθήνα.

Η αλλαγή στον τρόπο αντίδρασής σας με αποχή από κρίσιμες για το Δημόσιο δίκες τι σημαίνει;

Δεν αποκρύψαμε ότι απέναντι στη στάση της κυβέρνησης έχουμε τη δυνατότητα να κλιμακώσουμε ή να μεταβάλουμε τις μορφές δράσης μας, καθιστώντας απολύτως σαφές ότι το δικηγορικό σώμα δεν μπορεί να υποτιμάται και να υποβαθμίζεται. Συνεπώς και το μέτρο αυτό εντάσσεται στο πλαίσιο των δεδομένων επιλογών. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να αγνοεί ότι η «ασφαλιστική» της μεταρρύθμιση έχει απροκάλυπτα δημοσιονομικό χαρακτήρα. Συνεπώς ο σκοπός της ούτε ευθύς ήταν ούτε ειλικρινής. Πρόσφατα μάλιστα έδειξε ότι έχει την ικανότητα άμεσων νομοθετικών αλλαγών, όπως λ.χ. διατάξεις που ψηφίζει στα τέλη Μαΐου να «διορθώνει» στις αρχές Ιουνίου.

Η Δικαιοσύνη έχει καταρρεύσει εξαιτίας της πολυήμερης απεργίας των δικηγόρων ή υπάρχουν κι άλλες αιτίες;

Πρώτον, δεν έχει καταρρεύσει η Δικαιοσύνη εξαιτίας της αποχής των 44.000 δικηγόρων που δίνουν αγώνα επιβίωσης. Καθορίσαμε συγκεκριμένο πλαίσιο αδειών, λαμβάνοντας πρόνοια για τις παραγραφές, τις προθεσμίες και το 18μηνο της προσωρινής κράτησης. Ο ακριβής αριθμός των υποθέσεων που αναβλήθηκε η εκδίκασή τους λόγω της αποχής και εκείνων που συζητήθηκαν, κατόπιν χορήγησης άδειας, προκύπτει από τα τηρούμενα στοιχεία στις Γραμματείες των Πρωτοδικείων και Εφετείων της χώρας. Σχετικώς έχω απευθυνθεί στην ΕΛΣΤΑΤ και αναμένω απάντηση.

Δεύτερον, η απόδοση ευθύνης στο δικηγορικό σώμα για τις απώλειες στην απονομή της δικαιοσύνης είναι άκρως υποκριτική. Στερείται σοβαρότητας (αφού δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα) η αιτίαση ότι η βραδύτητα εκδίκασης των υποθέσεων, για την οποία πολύς λόγος γίνεται τουλάχιστον την τελευταία εικοσαετία, προκαλείται από την πενταμηνη αποχή των δικηγόρων. Το σύστημα της Δικαιοσύνης δοκιμάζεται από άλλες αιτίες. Το κονδύλι του προϋπολογισμού που αναλογεί στον νευραλγικό αυτό τομέα είναι ισχνό και δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες για επαρκή αριθμό αιθουσών, δικαστών, γραμματέων, μηχανοργάνωσης και τεχνικών υποδομών. Αψευδής απόδειξη είναι ο ρυθμός, με τον οποίο διεξάγονται οι μεγάλες πολυπρόσωπες ποινικές δίκες τα τελευταία χρόνια, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν αίθουσες, ούτε συνθέσεις δικαστών με αποκλειστική απασχόληση σε αυτές. Με τον ίδιο ρυθμό άλλωστε εκδικάζονται κι εκείνες οι υποθέσεις που ήδη συνεχίζονται, μετά την προ μηνός διεύρυνση του πλαισίου αδειών, που αποφάσισε το δικηγορικό σώμα. Φταίνε λοιπόν οι δικηγόροι για την έλλειψη των οργανωτικών δομών; Και μην ξεχνάμε ότι ειδικώς στο πεδίο της πολιτικής Δικαιοσύνης ο νέος ΚΠολΔ θα επιδεινώσει την κατάσταση, όπως πολλαπλώς έχουμε επισημάνει και μόλις πρόσφατα επιβεβαίωσε ο Προϊστάμενος του Πρωτοδικείου Αθηνών, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία.

Όποιος λοιπόν επιχειρεί να στρέψει τα βέλη στην αποχή των δικηγόρων κινείται στα αβαθή του προβλήματος, χωρίς διάθεση αναζήτησης των πραγματικών αιτίων, που αποτελεί και το πρώτο βήμα για την επίλυσή του.

Σας κατηγορούν ότι είστε «ελίτ» που αρνείται να συμβιβαστεί με τα νέα δεδομένα για την οικονομία. Περιφρονητικά μιλούν για το «κίνημα της γραβάτας». Τι τους απαντάτε;

Το δικηγορικό σώμα χαρακτηρίζεται από μια διαστρωμάτωση κοινωνικών χαρακτηριστικών. Δηλαδή, δεν αντιμετωπίζουν όλοι οι δικηγόροι τα ίδια προβλήματα. Όμως σε μια οικονομία που χειμάζεται, εν μέσω μιας βαθύτατης κρίσης, (και) οι δικηγόροι δίνουν μάχη για την επιβίωσή τους. Η διαπίστωση αυτή μπορεί να μην αφορά μια μικρή μειοψηφία δικηγόρων, που ίσως έχουν λυμένα τα προβλήματά τους. Αυτό όμως δεν αλλάζει την κατάσταση και συνεπώς την ανάγκη για διεκδικήσεις.

Όσοι ξενίστηκαν από τη γραβάτα, προφανώς δεν έχουν εξοικείωση με τις αίθουσες των δικαστηρίων και ανέμεναν να κινούνται οι δικηγόροι με ένδυμα άλλης εμπνεύσεως. Λυπάμαι, αν τους απογοητεύσαμε. Ας ασχοληθούν κάποτε με την ουσία του προβλήματος. Δεν χρειάζονται άλλα προσχήματα και υπεκφυγές.

Ανησυχητικά φαινόμενα για ένα κράτος δικαίου

Πολλά από τα προσφάτως ψηφισθέντα μέτρα θεωρούνται ανισυνταγματικά. Ποια η γνώμη σας και πού μπορεί να οδηγήσει η ψήφιση νόμων, τουλάχιστον στα όρια του Συντάγματος;

Είναι αθρόα πλέον η ψήφιση αντισυνταγματικών νόμων. Το ανησυχητικό αυτό φαινόμενο είναι μείζονος σημασίας, συνταγματικής περιωπής, για την αξιοπιστία της νομοθετικής λειτουργίας και την ασφάλεια δικαίου σε μια Πολιτεία που θέλει όχι μόνον να λέγεται, αλλά και να είναι δημοκρατική.

Ως γνωστόν, η νομοθετική λειτουργία είναι κορυφαία πολιτειακή λειτουργία και η άσκησή της διέπεται από συγκεκριμένους κανόνες και αρχές που καθορίζει το Σύνταγμα. Κατά τη θέσπιση και ψήφιση νόμων, απαραβίαστο όριο συνιστά η τήρηση του Συντάγματος που περιλαμβάνει  και την τήρηση των διεθνών συμβάσεων στο πεδίο των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Δεν μπορεί λοιπόν η όποια πολιτική ή κομματική σκοπιμότητα να υπερισχύει των συνταγματικών  δεσμεύσεων. Να ψηφίζονται νόμοι, των οποίων η αντισυνταγματικότητα είναι πρόδηλη.  Το δε οικονομικό φορτίο να επιρρίπτεται στις πλάτες του πολίτη, με δεδομένο και το ύψος της δικαστικής δαπάνης που δυσχεραίνει την πρόσβαση στη Δικαιοσύνη. Η μετάθεση του βάρους της ευθύνης τήρησης της νομιμότητας στη δικαστική λειτουργία  είναι πλέον συστηματική. Και μετά; Θα έρχεται εκ νέου η Βουλή να ψηφίζει άλλες διατάξεις; Παραγνωρίζοντας και πάλι τη δική της ευθύνη στο πλαίσιο της συνταγματικής μας τάξης; Στο όνομα άλλων σκοπιμοτήτων; Είναι προφανές ότι ο κύκλος της χαμένης νομιμότητας και ασφάλειας του δικαίου δεν αρμόζει ούτε στις επιταγές του Ελληνα συντακτικού νομοθέτη ούτε στις απαιτήσεις του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού.

Ειρήνη Καράσαββα

Μην περιμένεις το σύμπαν να σου προσφέρει ο τι επιθυμείς. Να εργάζεσαι καθημερινά για το σκοπό αυτό. Είναι δέλεαρ από μόνο του.

Leave a reply