Διαβάζοντας τις αναρτήσεις περί ενστάσεως στην απόφαση του ΔΣ του ΕΤΑΑ -ΤΑΝ για παράταση των ασφαλιστικών εισφορών του δικηγορικού σώματος, αναρωτιέμαι τελικά πόσο κοστίζει η λέξη δικηγόρος αυτή την εποχή. Για να ξεκινήσουμε ορθώς οφείλουμε να ερμηνεύσουμε το επάγγελμα αυτό καλύτερα.
Από το συνδυασμό των α. 1 και 2 του Κώδικα περί Δικηγόρων ο ορισμός τίθεται ως κάτωθι: Ο δικηγόρος είναι δημόσιος λειτουργός. Το λειτούργημα του αποτελεί θεμέλιο του κράτους δικαίου, είναι συλλειτουργός της δικαιοσύνης και η θέση του είναι θεμελιώδης, ισότιμη, ανεξάρτητη και αναγκαία για την απονομή της. Ερμηνεύοντας γραμματικά, τείνει κάποιος να πιστέψει το απαραίτητο του επαγγέλματος μας στην απονομή της δικαιοσύνης. Αληθές; Εξ όσων διαδραματίζονται μάλλον ουτοπικός είναι ο ορισμός αυτός.
Σύμφωνα με την κοινή συνείδηση o δικηγόρος θεωρείται ως το πλέον αιμοδιψές, αιμοβόρο, κουστουμαρισμένο, ύπουλο, πάμπλουτο ον, καθώς κάθε φορά που διαβάζει τον οποιοδήποτε Κώδικα εκτοξεύονται μωβ χαρτονομίσματα από τα αυτιά του. Δεν είμαι σε θέση να μιλήσω για προηγούμενες γενιές, μπορώ όμως να μιλήσω για αυτήν εδώ τη γενιά. Προς ενημέρωση των λοιπών συνεπώς, δεν εργαζόμαστε σε δερμάτινες επενδυμένες με χρυσές λεπτομέρειες καρέκλες και έπιπλα chesterfield. Δεν μας παρέχουν πάγια αντιμισθία που ανέρχεται minimum στο ποσό των 2000 ευρώ ανά μήνα, ούτε υπάρχει μόνιμα ουρά αναμονής πελατών στο γραφείο. Δεν λαμβάνουμε αμαχητί την αμοιβή που ζητάμε, δεν καπνίζουμε πούρα ρίχνοντας την στάχτη στο κρυσταλλένιο τασάκι – δώρο εξίσου πάμπλουτου πελάτη, ενώ παράλληλα χλευάζουμε τον καημένο που λάβαμε τα εσώρουχα του, δεν εργαζόμαστε μισή ωρίτσα για κάθε υπόθεση και φυσικά δεν λειτουργούμε όπως το Δημόσιο Δευτέρα – Παρασκευή 9 με 1 ώρες κοινού!
Αντιθέτως και προς μεγάλη απογοήτευση πολλών, είμαστε και εμείς εξουθενωμένοι με τα τεκταινόμενα τόσο ηθικά όσο και οικονομικά. Γιατί; Διότι για να καλύψουμε τα όσα η κοινωνία μας προσάπτει και εννοώ φόρο εισοδήματος, ΦΠΑ, ασφαλιστικές εισφορές, κτλ, πρέπει και εμείς να δώσουμε στην λέξη αυτή ένα μεγαλύτερο κόστος. Το τελευταίο μετριέται με πολλές εργατοώρες, οι οποίες δεν αμείβονται επάξια, ίσως και καθόλου κάποιες φορές, και αυτό καθότι κανένας πλέον δεν μπαίνει στον κόπο να μας κοστολογήσει δίκαια, με αποτέλεσμα να χανόμαστε και εμείς σε αυτή την άδικη κοστολόγηση. Ειρωνικό για το επάγγελμα που ασχολείται με το δίκαιο. Προς γνώση αυτή η γενιά προκειμένου να χρήζει στοιχειώδους εμπιστοσύνης, πέραν των 2+ πτυχίων που είναι αναμενόμενο να κατέχει, εργάζεται άνευ ωραρίου, έχει μόνιμα το άγχος όχι μόνο των υποθέσεων αλλά και της πληρωμής των τεράστιων υποχρεώσεων, που έχει δώσει η λέξη δικηγόρος. Είναι η γενιά που επί ένα έτος σχεδόν, δεν εργάστηκε και αγωνιά κάθε φορά για μία ακόμη παράταση στις ασφαλιστικές εισφορές, όχι διότι προτίμησε να καταναλώσει τα χρήματα στο Super paradise, αλλά γιατί με την αξία που δόθηκε από την κοινωνία αυτό το χρόνο και την αξία που θα καταλογίζεται κάθε χρόνο από εδώ και πέρα, έχει διαμελιστεί σε φόρους και πάγια έξοδα άνευ αναλογικών εσόδων.
Η εμμονή λοιπόν του κράτους για την ακούσια άνοδό μας σε μια ανώτερη κάστα, μας ωθεί να διανείμουμε ράβδους χρυσού σε μια εποχή λίθων. Συνεπώς όντως κοστίζουμε πολύ ακριβά. Το θέμα είναι πως το κόστος αυτό, κανένας δεν δέχεται να το συμμεριστεί. Είμαστε πλούσιοι μόνο και μόνο επειδή κατέχουμε πτυχίο νομικής και λάβαμε την άδεια ασκήσεως. Είναι αρκετό για την κοινή γνώμη, ώστε να μας καταλογίσει το κόστος αυτό. Μπορούμε να καταβάλουμε χωρίς έσοδα και χωρίς καμία δύναμη. Είμαστε ακριβοί πληρώνουμε ακριβά. The end.