Μεγάλο κόστος για την οικονομία από την αργή απονομή δικαιοσύνης

Συνεχώς αυξανόμενος όγκος υποθέσεων που συσσωρεύονται, κυρίως στα Ειρηνοδικεία, τα Πρωτοδικεία και τα Εφετεία της χώρας, ελάχιστη χρήση της τεχνολογίας και της πληροφορικής, ελλιπής προώθηση των εξωδικαστικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών, διπλάσιος αριθμός δικηγόρων από τις υπόλοιπες χώρες της Eυρωπαϊκής Ενωσης, περιορισμένη πρόσβαση των δικαστών σε προγράμματα συνεχούς κατάρτισης, αλλά και του κοινού σε αποφάσεις δικαστηρίων. Πρόκειται για την εικόνα της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα, έτσι όπως προκύπτει από την έκθεση της Eυρωπαϊκής Επιτροπής Justice Scoreboard 2017 (χρησιμοποιούνται στοιχεία του 2015 και του 2016), που παρουσίασε σε ειδική έκθεση με θέμα «Απονομή δικαιοσύνης» ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ).

Αναλύοντας τα επιμέρους στοιχεία που προκύπτουν από την έρευνα, ο ΣΕΒ προτείνει σειρά μέτρων, όπως για παράδειγμα την καλύτερη αξιοποίηση της πληροφορικής και της τεχνολογίας, από τα οποία μπορεί να υπάρξει εξοικονόμηση χρόνου –800.000 ανθρωποημέρες– και χρήματος –235 εκατομμύρια ευρώ–, διπλασιασμός του ρυθμού επίλυσης των υποθέσεων αλλά και δημιουργία 1.400 νέων θέσεων εργασίας.

Σύμφωνα με την έκθεση, υπάρχει συνεχώς αυξανόμενη συσσώρευση των υποθέσεων στα δικαστήρια, με εξαίρεση τα διοικητικά Πρωτοδικεία και Εφετεία. Βεβαίως, εάν αναλογιστεί κανείς τις νέες υποθέσεις που εισάγονται κάθε χρόνο, η συσσώρευση είναι μάλλον μικρή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα Πρωτοδικεία, όπου το 2016 ξεκίνησαν με 261.272 εκκρεμείς υποθέσεις από το προηγούμενο έτος. Σε αυτές προστέθηκαν 146.170 υποθέσεις και στο τέλος του έτους οι εκκρεμείς ήταν 262.950. Αντίστοιχα, στα Εφετεία υπήρχαν 38.244 εκκρεμείς υποθέσεις από το προηγούμενο έτος, προστέθηκαν 18.181 νέες και οι εκκρεμείς υποθέσεις στο τέλος του έτους ήταν 42.826.

Στην έρευνα της Eυρωπαϊκής Επιτροπής περιλαμβάνονται επίσης συγκριτικά στοιχεία της Ελλάδας με άλλες χώρες της Ε.Ε. Aπό αυτά προκύπτει ότι ο χρόνος εκδίκασης σε πρώτο βαθμό των υποθέσεων στην Ελλάδα είναι σημαντικά υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ε.Ε. και ξεπερνάει το ένα έτος για το 2015 τόσο για τις αστικές και τις εμπορικές όσο και για τις διοικητικές υποθέσεις. Συγκεκριμένα, ο χρόνος εκδίκασης πρωτοβάθμιων αστικών και εμπορικών υποθέσεων κυμαίνεται κατά μέσον όρο στις 242 ημέρες για την Ε.Ε. και για την Ελλάδα στις 378 ημέρες. Αντίστοιχα, για τις διοικητικές υποθέσεις ο μέσος όρος του χρόνου εκδίκασης είναι 402 ημέρες για την Ε.Ε. και 964 ημέρες για την Ελλάδα.

Ως προς τη χρήση των τεχνολογιών, οι Ελληνες δικαστές και δικηγόροι εμφανίζονται ιδιαίτερα επιφυλακτικοί. Σε ποσοστό 43% αναφέρουν ότι δεν τις χρησιμοποιούν γιατί δεν τις εμπιστεύονται και γιατί δεν είναι διαθέσιμες. Το αντίστοιχο ποσοστό για την Ε.Ε. είναι 25%. Ενδεικτικά είναι τα ποσοστά που αφορούν τη χρήση ηλεκτρονικής υπογραφής των εγγράφων. Στην Ε.Ε. ο μέσος όρος είναι 40% ενώ στην Ελλάδα 5%.

Ως προς τους δικηγόρους, ο αριθμός τους στην Ελλάδα (389 ανά 100.000 κατοίκους) είναι διπλάσιος του μέσου όρου της Ε.Ε. (183,5 ανά 100.000 κατοίκους). Ο αριθμός των δικαστών (20 ανά 100.000 κατοίκους) είναι σχεδόν αντίστοιχος του ευρωπαϊκού (21,1 ανά 100.000 κατοίκους). Η δαπάνη σε δικαστήρια για την Ελλάδα ανέρχεται σε 30% του ΑΕΠ, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος είναι 32,9% για την Ευρώπη. Ως προς την επιμόρφωση των δικαστών, μόλις το 4% των Ελλήνων δικαστών συμμετέχουν σε συνεχή εκπαίδευση επί του ενωσιακού δικαίου, έναντι του αντίστοιχου μέσου όρου για την Ε.Ε. που είναι 35%. «Χαμηλά» κινείται η χώρα μας και ως προς την προώθηση των εξωδικαστικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών.

Η Eυρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεσή της δημοσιεύει συμπληρωματικά και μια έρευνα κοινής γνώμης του Ευρωβαρόμετρου, η οποία ερευνά την αντίληψη που επικρατεί ως προς την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Αντίθετα με τις χώρες της Ε.Ε., στην Ελλάδα οι μικρότερες επιχειρήσεις έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη έναντι των μεγαλύτερων επιχειρήσεων. Την αμφισβήτηση αυτή των επιχειρήσεων κινεί, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, η αντίληψη ότι η Δικαιοσύνη επηρεάζεται από πολιτικούς παράγοντες και από την κυβέρνηση και δευτερευόντως η αντίληψη ότι η θέση των δικαστών δεν φαίνεται να τους θωρακίζει επαρκώς. Ως προς τη στάση των νέων στην Ελλάδα, αντίθετα με τους Ευρωπαίους, ξεκινούν αμφισβητώντας στην πλειονότητά τους την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και, σταδιακά, όσο μεγαλώνει η ηλικία αυξάνεται και η εμπιστοσύνη τους.

Πηγή : Καθημερινή

Leave a reply