Αριθμός απόφασης: 217/2021
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ Θ΄ ΤΡΙΜΕΛΕΣ
Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 25 Σεπτεμβρίου 2020, με δικαστές τις: Μαρία Φράγκου, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Χριστιάνα Μαδεμλή, Πρωτοδίκη Δ.Δ., Ειρήνη Σακόγλου, Πάρεδρο Δ.Δ.- εισηγήτρια, και γραμματέα την Ευθαλία Κοχλιαρίδου, δικαστική υπάλληλο,
γ ι α να δικάσει την προσφυγή με αριθμό και ημερομηνία κατάθεσης ...,
τ ο υ ... του ...., κατοίκου ... (οδός ... αρ. ...), για τον οποίο παραστάθηκε με την από 24-09-2020 δήλωση της παρ. 2 του άρθρου 133 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ο πληρεξούσιος δικηγόρος Ιωάννης Φαρίνης,
κατά του Ελληνικού Δημοσίου που εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, για τον οποίο παραστάθηκε με την από 15-09-2020 δήλωση της παρ. 2 του άρθρου 133 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας η Δικαστική Πληρεξούσια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Γεωργία Καραγιώργου.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον νόμο
- Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. το με κωδικό πληρωμής ... ηλεκτρονικό e-Παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων και το από 07-06-2019 αποδεικτικό της Τράπεζας Πειραιώς περί πληρωμής του), ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της .../15-04-2019 (και όχι .../15-04-2019, όπως εσφαλμένως αναγράφεται στο δικόγραφο) απόφασης επιβολής προστίμου του Γενικού Διευθυντή Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος πρόστιμο συνολικού ύψους 2.000 ευρώ για τις αποδιδόμενες σε αυτόν παραβάσεις των άρθρων 6 παρ. 1 περ. δ΄, 8 παρ. 2 και του άρθρου 14, παράρτημα ΙΙΙ, περίπτωση 1α΄ της υπ’ αριθμ. Η.Π. 37338/1807/Ε.103/2010 κοινής υπουργικής απόφασης (Β΄ 1495) για την προστασία των άγριων πτηνών.
- Επειδή, η Η.Π. 37338/1807/Ε.103/06-09-2010 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών- Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ ενδιαιτημάτων της, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, "Περί διατηρήσεως των άγριων πτηνών", του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979, όπως κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/ΕΚ» (Β΄ 1495, εφεξής ΚΥΑ) ορίζει στο άρθρο 1 ότι: «1. Με την παρούσα απόφαση αποσκοπείται η συμμόρφωση με την Οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου … ώστε, με τον καθορισμό των αναγκαίων μέτρων και διαδικασιών και τη θέσπιση κανόνων εκμετάλλευσης να καθίσταται αποτελεσματική η προστασία, διατήρηση και ο έλεγχος όλων των ειδών της άγριας ορνιθοπανίδας που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και η προσαρμογή των πληθυσμών των ειδών αυτών σε ένα επίπεδο που να ανταποκρίνεται ιδιαίτερα στις οικολογικές, επιστημονικές και πολιτιστικές απαιτήσεις, λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη τις οικονομικές και ψυχαγωγικές απαιτήσεις. 2. Οι διατάξεις της παρούσας εφαρμόζονται σε όλα τα είδη της ορνιθοπανίδας της ελληνικής επικράτειας που ζουν σε άγρια/φυσική κατάσταση, καθώς και στα αυγά, στις φωλιές και στους οικοτόπους/ενδιαιτήματά τους. 3…», στο άρθρο 6 ότι: «1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 7 και 9, για όλα τα είδη της ορνιθοπανίδας που αναφέρονται στο άρθρο 1 (παρ. 2), λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα προστασίας σύμφωνα με τις προβλέψεις της παρούσας απόφασης. Για τα είδη αυτά απαγορεύεται: α)... , β)…, γ) ..., δ) η κατοχή, η διατήρηση σε αιχμαλωσία, η έκθεση σε κοινή θέα και η ταρίχευση των ειδών των οποίων απαγορεύεται η θήρα και η σύλληψη, καθώς και η έκθεση σε κοινή θέα νεκρών πτηνών, ε)…», στο άρθρο 8 ότι: «1. Για την άσκηση της θήρας, τη σύλληψη ή τη θανάτωση πτηνών, απαγορεύεται η χρήση οιουδήποτε μέσου, εγκαταστάσεως ή μεθόδου μαζικής ή μη επιλεκτικής συλλήψεως ή θανατώσεως που μπορούν να προκαλέσουν τοπικά την εξαφάνιση ενός είδους, ιδιαίτερα εκείνων των μέσων, εγκαταστάσεων ή μεθόδων που αναφέρονται στο Παράρτημα III (περιπτ. 1) του άρθρου 14. 2. Για τα μέσα της προηγούμενης παραγράφου, απαγορεύεται η κατοχή, η εμπορία και η εκ του εξωτερικού εισαγωγή, εκτός εάν πρόκειται αποκλειστικά για επιστημονικούς σκοπούς, οπότε στην περίπτωση αυτή απαιτείται ειδική άδεια από τον Υπουργό ΠΕΚΑ μετά από εισήγηση της αρμόδιας Υπηρεσίας του ΥΠΕΚΑ. 3. ...» και στο άρθρο 11 αυτής ότι: «1… 2. Σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις του Κεφαλαίου Γ΄ (άρθρα 6, 7 και 8) της παρούσας απόφασης, επιβάλλονται οι ακόλουθες κυρώσεις: α) Διοικητικές Κυρώσεις: α.α) πρόστιμο από 500-1.000 ευρώ, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρθρου 6 (παρ. 1) και του άρθρου 8 (παρ. 2). α.β)… 3… 4. Οι ως άνω κυρώσεις επιβάλλονται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα με τη διαδικασία που προβλέπεται στις σχετικές διατάξεις της κείμενης δασικής νομοθεσίας. 5. Κατά την επιλογή και επιβολή των ανωτέρω προβλεπόμενων κυρώσεων, λαμβάνονται υπόψη κυρίως η σοβαρότητα, η συχνότητα και η υποτροπή της παράβασης. 6… 8. Η απόφαση επιβολής των κυρώσεων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο είναι αιτιολογημένη και κοινοποιείται στον παραβάτη, με την γνωστοποίηση των ενδίκων μέσων που αυτός σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, δικαιούται να ασκήσει κατά της απόφασης αυτής. 9…». Στο Παράρτημα ΙΙΙ της εν λόγω ΚΥΑ απαριθμούνται τα απαγορευμένα μέσα, τρόποι και μέθοδοι για την άσκηση της θήρας, μεταξύ δε αυτών, στο πρώτο εδάφιο περ. α περιλαμβάνονται τα δίχτυα και οι παγίδες κάθε τύπου. Εξάλλου, το άρθρο 288Α του Δασικού Κώδικα (ν.δ. 86 της 10/18-1-1969, Α΄ 7), το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 57 παρ. 8 του ν. 2637/1998 (Α΄ 200), ορίζει ότι: «1. Οι παραβάτες των διατάξεων του άρθρου 258 … τιμωρούνται με πρόστιμο … 2… 5. Το πρόστιμο του άρθρου αυτού επιβάλλεται με απόφαση του αρμόδιου Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, σύμφωνα με τα υποβληθέντα στοιχεία ελέγχου. … 6. Κατά της απόφασης επιβολής προστίμου ο βαρυνόμενος από αυτήν έχει δικαίωμα άσκησης προσφυγής ενώπιον του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου …».
- Επειδή, περαιτέρω, το άρθρο 1 του Δασικού Κώδικα, όπως ίσχυε πριν από την κατάργησή του με το άρθρο 79 παρ. 1 περ. α΄ του ν. 998/1979, όριζε ότι: «Δάσος είναι πάσα έκτασις εδάφους καλυπτόμενη εν όλω ή εν μέρει υπό αγρίων ξυλωδών φυτών, οιωνδήποτε διαστάσεων και ηλικίας, δυναμένη διά δασικής εκμεταλλεύσεως, να παραγάγει δασικά προϊόντα κατονομαζόμενα ειδικώτερον εις τον πίνακα διατιμήσεως δασικών προϊόντων. 2. Μερικώς δασοσκεπείς εκτάσεις ή μερικώς δασοσκεπή λιβάδια (δασικαί εκτάσεις, δασικοί βοσκότοποι, δασικαί βοσκαί) είναι εκτάσεις καλυπτόμεναι υπό αραιάς και πενιχράς δασικής ξυλώδους υψηλής ή θαμνώδους βλαστήσεως οιασδήποτε δασικής διαπλάσεως. 3. Χορτολιβαδικά εδάφη (δασικά εδάφη) είναι τα άνευ ξυλώδους υψηλής ή θαμνώδους βλαστήσεως, αλλά μετά χορτολιβαδικής (ποώδους) ή και εκ φρυγάνων συστάδος εδάφη, είτε εντός δασών είτε επί κορυφών ή κλιτύων ορέων, αλπικών ή μη». Περαιτέρω, το άρθρο 267 του Δασικού Κώδικα ορίζει τα εξής: «1. Η εφαρμογή και η τήρησις των περί θήρας διατάξεων ανατίθεται εις την δασικήν υπηρεσίαν … ασκείται δε υπό των δασικών οργάνων και των διά του παρόντος προβλεπομένων φυλάκων θήρας, ... Οι φύλακες θήρας συγχρόνως υποχρεούνται κατά την ενάσκησιν των καθηκόντων τούτων, εντός των εκτάσεων, περί ων το άρθρον 1, να καταγγέλλουν πάντα παραβάτην των περί των δασών διατάξεων εξομοιούμενοι ως προς την επιτέλεσιν των καθηκόντων των προς τους δασοφύλακας. 2. Δι’ αποφάσεως των Υπουργών Γεωργίας και Οικονομικών, δημοσιευομένης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, προσλαμβάνονται μέχρι 300 φύλακες θήρας επί μηνιαία αντιμισθία και επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου… Διά της αυτής ως άνω αποφάσεως καθορίζονται τα καθήκοντα και οι περιορισμοί, τα προσόντα, η πρόσθετος εκπαίδευσις, η ηλικία, η έδρα και η κατανομή του ως άνω αριθμού ανά την Χώραν,… ως επίσης ο τρόπος της προσλήψεως, το ύψος της αντιμισθίας … 3. Κυνηγετικαί οργανώσεις ή ιδιοκτήται μη δημοσίων εκτάσεων δύνανται δαπάναις των να προσλαμβάνουν ιδιωτικούς φύλακας θήρας. Ούτοι αναγνωρίζονται, μετά πρότασιν της αρμοδίας δασικής αρχής, υπό του Υπουργού Γεωργίας, ως φύλακες θήρας, εξομοιούμενοι εις ό,τι αφορά τα καθήκοντα και δικαιώματα με τους εν τη παραγρ. 1 του παρόντος άρθρου τοιούτους, πλην της αντιμισθίας. Η έδρα και η περιφέρεια φυλάξεως ορίζεται εν τη αποφάσει αναγνωρίσεως, μετά προηγουμένην σύμφωνον πρότασιν της κυνηγετικής οργανώσεως ή του ιδιοκτήτου. Οι αναγνωριζόμενοι ως ιδιωτικοί φύλακες θήρας, θεωρούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, υπάλληλοι, κατά την έννοια του άρθρου 13 περίπτωση α` του Ποινικού Κώδικα, δυνάμενοι να προβαίνουν σε όλες τις προανακριτικές πράξεις για τις παραβάσεις των περί θήρας διατάξεων, όπως το άρθρο 289 του Δασικού Κώδικα ορίζει...». Εξάλλου, το άρθρο 289 του Δασικού Κώδικα ορίζει ότι: «1. Οι δασικοί, δημοτικοί και κοινοτικοί υπάλληλοι ως και τα όργανα της Αστυνομίας Πόλεων, Χωροφυλακής και Αγροφυλακής υποχρεούνται να καταγγέλουν πάντα παραβάτην των περί θήρας διατάξεων. 2. Οι υπάλληλοι και τα όργανα της παραγράφου 1 ως και οι φύλακες θήρας, δικαιούνται να ερευνούν πάντα κυνηγετικόν σάκκον ως και τα μηχανοκίνητα μέσα, έχοντες δικαιώματα και καθήκοντα ανακριτικών υπαλλήλων, έτι δε και να προβαίνουν εις σωματικήν έρευναν κατά τα εν άρθροις 257 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας οριζόμενα. Οι ανωτέρω υποχρεούνται όπως, επί πάσης παραβάσεως των διατάξεων του παρόντος καθ`οιανδήποτε περίοδον, κατάσχουν την άδειαν θήρας, τα όπλα ως και πάντα τα χρησιμοποιηθέντα μέσα διά την ενέργειαν παρανόμου θήρας, έτι δε και τα θηράματα εις οιανδήποτε κατάστασιν και αν ευρίσκωνται ταύτα, εφαρμοζομένων περαιτέρω των διατάξεων του άρθρου 288».
- Επειδή, εξάλλου, ο ισχύων τον κρίσιμο χρόνο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας (Κ.Π.Δ.), ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1493/1950 και μεταγλωττίσθηκε στη δημοτική με το π.δ. 258/1986 (Α΄ 121), όριζε στο άρθρο 33 ότι: «1. Η προανάκριση και η προκαταρκτική εξέταση (άρθρο 31 παρ. 1 στοιχ. α΄ και β΄) γίνονται ύστερα από παραγγελία του εισαγγελέα πλημμελειοδικών και υπό τη διεύθυνσή του: α) από τους πταισματοδίκες και ειρηνοδίκες, β) από τους βαθμοφόρους της χωροφυλακής που έχουν βαθμό τουλάχιστον υπενωμοτάρχη και γ) από τους αστυνομικούς υπαλλήλους που έχουν βαθμό τουλάχιστον υπαρχιφύλακα. 2. ... 3. ...», στο άρθρο 34 ότι: «Η προκαταρκτική εξέταση και η προανάκριση ορισμένων εγκλημάτων ενεργείται και από δημοσίους υπαλλήλους, όπου αυτό προβλέπεται σε ειδικούς νόμους, πάντοτε υπό τη διεύθυνση και την εποπτεία του εισαγγελέα πλημμελειοδικών», στο άρθρο 239 ότι: «1. Σκοπός της ανάκρισης είναι η συλλογή των αναγκαίων αποδεικτικών στοιχείων για να βεβαιωθεί η τέλεση εγκλήματος και να αποφασιστεί αν πρέπει να εισαχθεί κάποιος σε δίκη γι` αυτό. 2. ...» και στο άρθρο 243 ότι: «. Η προανάκριση ενεργείται από οποιονδήποτε ανακριτικό υπάλληλο μετά γραπτή παραγγελία του εισαγγελέα. 2. Αν από την καθυστέρηση απειλείται άμεσος κίνδυνος ή αν πρόκειται για αυτόφωρο κακούργημα ή πλημμέλημα, όλοι οι κατά τα άρθρα 33 και 34 ανακριτικοί υπάλληλοι είναι υποχρεωμένοι να επιχειρούν όλες τις προανακριτικές πράξεις που είναι αναγκαίες για να βεβαιωθεί η πράξη και να ανακαλυφθεί ο δράστης, έστω και χωρίς προηγούμενη παραγγελία του εισαγγελέα. Στην περίπτωση αυτή ειδοποιούν τον εισαγγελέα με το ταχύτερο μέσο και του υποβάλλουν χωρίς χρονοτριβή τις εκθέσεις που συντάχθηκαν.Ο εισαγγελέας, αφού λάβει τις εκθέσεις, ενεργεί σύμφωνα με όσα ορίζονται στα άρθρα 43 κ.ε.. 3. Ο ανακριτικός υπάλληλος που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 είναι υποχρεωμένος να διενεργήσει όλες τις προανακριτικές πράξεις που αφορούν την υπόθεση για την οποία η παραγγελία ...». Εξάλλου, το άρθρο 251 του ίδιου Κώδικα όριζε ότι: «Ο ανακριτής και οι ανακριτικοί υπάλληλοι που αναφέρονται στα άρθρα 33 και 34, όταν λάβουν παραγγελία του εισαγγελέα, και στις περιπτώσεις του άρθρου 243 παρ. 2 αυτεπαγγέλτως, οφείλουν χωρίς χρονοτριβή να συγκεντρώνουν πληροφορίες για το έγκλημα και τους υπαιτίους του, να εξετάζουν μάρτυρες και κατηγορουμένους, να μεταβαίνουν επί τόπου για ενέργεια αυτοψίας, αφού πάρουν μαζί τους, αν υπάρχει ανάγκη, ιατροδικαστές ή άλλους πραγματογνώμονες, να διεξάγουν έρευνες, να καταλαμβάνουν πειστήρια και γενικά να ενεργούν οτιδήποτε είναι αναγκαίο για τη συλλογή και τη διατήρηση των αποδείξεων, καθώς και για την εξασφάλιση των ιχνών του εγκλήματος», το άρθρο 253 ότι: «Αν διεξάγεται ανάκριση για κακούργημα ή πλημμέλημα, έρευνα διενεργείται όταν μπορεί βάσιμα να υποτεθεί ότι η βεβαίωση του εγκλήματος, η αποκάλυψη ή η σύλληψη των δραστών ή τέλος η βεβαίωση ή η αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί ή να διευκολυνθεί μόνο με αυτήν» και το άρθρο 255 ότι: «1. Οποιος στις περιπτώσεις των άρθρων 253 και 254 ενεργεί την έρευνα σε κατοικία προσλαμβάνει και άλλον ανακριτικό υπάλληλο, με τον οποίο συμπράττει, εκτός αν αυτός έχει προσληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 150. Αν βρει την πόρτα κλειστή και ο ένοικος αρνείται να την ανοίξει, μπορεί να την παραβιάσει παρουσία ενός ανακριτικού υπαλλήλου με τον οποίο συμπράττει. 2. Αν την έρευνα την ενεργούν αξιωματικός ή υπαξιωματικός της χωροφυλακής ή αξιωματικός της αστυνομίας πόλεων ως δεύτερος ανακριτικός υπάλληλος προσλαμβάνεται δικαστικός λειτουργός, αν υπάρχει στον τόπο οπου πρόκειται να γίνει η έρευνα διαφορετικά, προσλαμβάνεται ο πρόεδρος της κοινότητας. 3. Αντίγραφο της έκθεσης για την έρευνα δίνεται ατελώς στον ένοικο της κατοικίας όπου έγινε αυτή, με προφορική αίτησή του». Τέλος, το άρθρο 257 προέβλεπε ότι: «Στους κατηγορουμένους γίνεται σωματική ερευνα, όταν εκείνος που διεξάγει την ανάκριση κρίνει ότι εξαιτίας σπουδαίων λόγων είναι χρήσιμη για την εξακρίβωση της αλήθειας. Σε τρίτα πρόσωπα γίνεται, όταν υπάρχει σοβαρή και βάσιμη υπόνοια ή απόλυτη ανάγκη. ...»
- Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι στους ιδιωτικούς φύλακες θήρας αναγνωρίζεται εκ του νόμου η αρμοδιότητα να προβαίνουν στις προβλεπόμενες στο άρθρο 289 του Δασικού Κώδικα προανακριτικές πράξεις, οι οποίες αναφέρονται περιοριστικώς στο εν λόγω άρθρο και περιλαμβάνουν την καταγγελία των παραβατών των περί θήρας διατάξεων, την έρευνα των κυνηγετικών σάκκων και των μηχανοκίνητων μέσων τους, τη σωματική έρευνα, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 257 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όπως και την κατάσχεση της άδειας θήρας, των όπλων και όλων των χρησιμοποιηθέντων για την παράνομη θήρα μέσων και των θηραμάτων. Οι εν λόγω περιοριστικώς αναφερόμενες στο προπαρατεθέν άρθρο του Δασικού Κώδικα προανακριτικές πράξεις, οι οποίες, εξάλλου, συνάδουν με τη φύση των αρμοδιοτήτων των ιδιωτικών φυλάκων θήρας προς διασφάλιση της εφαρμογής και τήρησης των περί θήρας διατάξεων εντός των εκτάσεων του άρθρου 1 του Δασικού Κώδικα, δεν περιλαμβάνουν πάντως την προανακριτική πράξη της έρευνας σε ιδιωτικό χώρο, και δη σε οικία, την οποία ο νομοθέτης επιφυλάσσει στους προανακριτικούς υπαλλήλους αποκλειστικά υπό τις ουσιαστικές προϋποθέσεις και τις διατυπώσεις των προπαρατεθέντων άρθρων 243 επ. του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και, σε κάθε περίπτωση, υπό την εγγύηση της εποπτείας δικαστικού λειτουργού.
- Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και το υπ’ αριθμ. .../14-11-2018 πρωτόκολλο μήνυσης που υπέβαλε στο Δασαρχείο Θεσσαλονίκης ο ιδιωτικός φύλακας θήρας της ΣΤ’ Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Μακεδονίας και Θράκης ..., προκύπτουν τα εξής: Στις 3 Νοεμβρίου 2018, κατά την τυχαία κίνηση του προμνησθέντος θηροφύλακα και των συναδέλφων του ..., ... και ... με τα υπηρεσιακά τους οχήματα, διαπιστώθηκε ότι σε οικόπεδο επί της οδού ... αρ. ..., στην ..., το οποίο, σύμφωνα με το ανωτέρω πρωτόκολλο μήνυσης, αποτελεί χώρο στάθμευσης, φύλαξης και αποθήκευσης μηχανημάτων έργου και διαφόρων εργαλείων (μάντρα) και ανήκει στον προσφεύγοντα, διατηρούνταν σε αιχμαλωσία άγρια πουλιά μέσα σε κλουβιά. Προκειμένου να διερευνήσουν το γεγονός, οι ανωτέρω θηροφύλακες πλησίασαν στην κεντρική είσοδο (μεγάλη καγκελόπορτα) του οικοπέδου, η οποία ήταν κλειδωμένη, ωστόσο, ερευνώντας περιμετρικά το χώρο διαπίστωσαν ότι υπήρχε και άλλη μικρότερη είσοδος από την αντίθετη πλευρά του οικοπέδου, η οποία ήταν ανοιχτή. Κατόπιν τούτου, εισήλθαν στο εσωτερικό του οικοπέδου, εντός του οποίου βρισκόταν ο προσφεύγων, προκειμένου να πραγματοποιήσουν έρευνα. Κατά την έρευνα αυτή, διαπιστώθηκε ότι κρατούνταν παράνομα σε αιχμαλωσία, εντός μικρής κατασκευής-αποθήκης από λαμαρίνες, συνολικά πενήντα δύο (52) πουλιά, διαφόρων ειδών της άγριας ενδημικής πτηνοπανίδας, των οποίων η κατοχή, η σύλληψη από το φυσικό περιβάλλον και η διατήρηση σε αιχμαλωσία απαγορεύεται, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 1 της Η.Π 37338/1807/Ε.103/06-09-2010 ΚΥΑ. Στον ίδιο χώρο, μέσα στην αποθήκη και δίπλα στα κλουβιά με τα άγρια πουλιά, βρέθηκαν τυλιγμένα δύο (2) ειδικά κατασκευασμένα με ξύλα και σχοινιά δίχτυα σύλληψης άγριων πουλιών, με τα ειδικά αυτοσχέδια εξαρτήματα, τις λεγόμενες «φίντες», οι οποίες, όπως αναφέρεται στο ως άνω πρωτόκολλο μήνυσης, συνδέονται με τα δίχτυα στο έδαφος και επί αυτών δένεται ένα πουλί, προκειμένου να προσελκύσει τα άγρια πουλιά που πετούν ελεύθερα στο φυσικό τους περιβάλλον. Επίσης, στον ίδιο χώρο βρέθηκε μία (1) παγίδα σύλληψης άγριων πουλιών, τύπου κλουβί «καπάντζα», και ένας σάκος που περιείχε μικρούς σιδηροπασσάλους, οι οποίοι, όπως αναφέρεται στο ως άνω πρωτόκολλο μήνυσης, χρησιμεύουν για τη στερέωση των διχτυών στο έδαφος, μία βαριοπούλα και αποξηραμένα κεφάλια από ηλιανθούς, οι οποίοι επίσης χρησιμοποιούνται για την προσέλκυση των άγριων πουλιών. Σε ερώτηση του ελέγχου, ο προσφεύγων δήλωσε ότι τα άγρια πουλιά είναι δικά του, ότι ως χόμπι τα συλλαμβάνει και τα διατηρεί σε αιχμαλωσία και ότι από αυτά που διατηρεί εκεί, θα κρατήσει μόνο αυτά που έχουν καλή φωνή και τα υπόλοιπα θα τα ελευθερώσει ξανά στο φυσικό περιβάλλον. Επίσης, παραδέχτηκε ότι όλες οι παγίδες (δίχτυα και καπάντζα) είναι δικά του και ότι τα δίχτυα τα κατασκευάζει ο ίδιος, γιατί από μικρός ασχολείται με αυτό. Επακολούθησε η κατάσχεση των πουλιών της άγριας ενδημικής ορνιθοπανίδας, τα οποία στη συνέχεια απελευθερώθηκαν, καθώς και των μέσων παράνομης θήρας, τα οποία και καταστράφηκαν (σχ. η υπ’ αριθμ. .../03-11-2018 έκθεση κατάσχεσης και το από 03-11-2018 πρωτόκολλο απελευθέρωσης άγριων πουλιών και καταστροφής παράνομων μέσων σύλληψης άγριων πουλιών). Ακολούθως, κινήθηκε διαδικασία επιβολής διοικητικού προστίμου σε βάρος του προσφεύγοντος για τις παραβάσεις της παράνομης κατοχής μετά από σύλληψη και της διατήρησης σε αιχμαλωσία άγριων πουλιών της ελληνικής ορνιθοπανίδας, όπως και της παράνομης κατοχής μέσων σύλληψης άγριων πτηνών, στο πλαίσιο δε αυτό, με την υπ’ αριθμ. .../27-11-2018 κλήση της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Δασαρχείου Θεσσαλονίκης, ο προσφεύγων κλήθηκε να εκφράσει τις απόψεις του και κατέθεσε το από 27-02-2019 υπόμνημα. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω έγγραφα, το Δασαρχείο Θεσσαλονίκης πρότεινε στη Διεύθυνση Συντονισμού και Επιθεώρησης Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης με το .../05-03-2019 έγγραφό του, την επιβολή προστίμου 1.000 ευρώ για την παράβαση των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 1 περ. δ, σε συνδυασμό με το άρθρο 11 παρ. 2 περ. α.α. της ως άνω ΚΥΑ και 1.000 ευρώ για την παράβαση των διατάξεων του άρθρου 8 παρ. 2 σε συνδυασμό με το άρθρο 11 παρ. 2 περ. α.α. και το άρθρο 14 παράρτημα ΙΙΙ περ. 1α της ίδιας ΚΥΑ, ήτοι συνολικού ποσού ύψους 2.000 ευρώ. Κατόπιν τούτων, η Διεύθυνση Συντονισμού και Επιθεώρησης Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης επέβαλε με την υπ’ αριθμ. .../15-04-2019 - και ήδη προσβαλλόμενη- απόφασή της, διοικητικό πρόστιμο, συνολικού ύψους 2.000 ευρώ, σε βάρος του προσφεύγοντος για την παράβαση των ανωτέρω διατάξεων.
- Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, ο προσφεύγων αμφισβητεί τη νομιμότητα της ανωτέρω πράξης επιβολής προστίμου και ζητά την ακύρωση ή την τροποποίησή της, προβάλλοντας ότι η προδικασία στην οποία στηρίχθηκε, και συγκεκριμένα το επίμαχο πρωτόκολλο μήνυσης, η έκθεση κατάσχεσης και το πρωτόκολλο απελευθέρωσης πτηνών και καταστροφής παράνομων μέσων σύλληψης, πραγματοποιήθηκαν από αναρμόδιο όργανο, και τούτο διότι οι ιδιωτικοί φύλακες θήρας δεν έχουν αρμοδιότητα να ενεργούν την ανακριτική πράξη της έρευνας σε οικία. Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις που παρατέθηκαν και ερμηνεύτηκαν, μεταξύ των προβλεπόμενων εκ του νόμου αρμοδιοτήτων των ιδιωτικών φυλάκων θήρας δεν περιλαμβάνεται η ανακριτική πράξη της έρευνας σε κατοικία, κρίνει ότι μη νομίμως ο διενεργήσας την έρευνα ιδιωτικός φύλακας θήρας εισήλθε στο οικόπεδο του προσφεύγοντος προς διερεύνηση τυχόν παραβάσεων των περί θήρας διατάξεων. Τούτο δε ανεξαρτήτως του αν ο εν λόγω ιδιωτικός χώρος συνιστά χώρο στάθμευσης, φύλαξης και αποθήκευσης μηχανημάτων έργου και εργαλείων (μάντρα), κατά τα αναφερόμενα στο υπ’ αριθμ. .../14-11-2018 πρωτόκολλο μήνυσης, ή αν συνιστά την οικία του προσφεύγοντος, κατά τους ισχυρισμούς αυτού, δεδομένου ότι κατά τις αναφερόμενες στην τρίτη σκέψη διατάξεις του Δασικού Κώδικα δεν προβλέπεται για τους ιδιωτικούς φύλακες θήρας αρμοδιότητα διερευνήσεως περίκλειστου χώρου, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού ή της χρήσεως αυτού. Ενόψει των ανωτέρω, μη νομίμως επιβλήθηκε το ένδικο πρόστιμο σε βάρος του προσφεύγοντος, κατ’ αποδοχή ως βάσιμου του σχετικώς προβαλλόμενου λόγου, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων της προσφυγής.
- Επειδή, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή, να διαταχθεί η απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στον προσφεύγοντα (άρθρο 277 παρ. 9 εδ. α΄ Κ.Δ.Δ.), ενώ, τέλος, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, απαλλάσσεται το καθ’ ου η προσφυγή Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. ε΄ Κ.Δ.Δ.).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την προσφυγή.
Ακυρώνει την .../15-04-2019 απόφαση επιβολής προστίμου του Γενικού Διευθυντή Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης.
Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στον προσφεύγοντα.
Απαλλάσσει το καθ’ ου η προσφυγή Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος.
Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στις 16 Νοεμβρίου 2020 με τη σύνθεση που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και το πρωτότυπο της απόφασης υπογράφεται από την αρχαιότερη Δικαστή της συνθέσεως Χριστιάνα Μαδεμλή Πρωτοδίκη Δ.Δ., κατ' άρθρο 194 Κ.Δ.Δ. λόγω εκλογής της Προέδρου Πρωτοδικών Δ.Δ. Μαρίας Φράγκου σε θέση Προϊσταμένης του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Δικαστηρίου.
Η ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗ ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο στις 22 Ιανουαρίου 2021 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με τη σύνθεση που αναγράφεται στο πρακτικό δημοσίευσης, λόγω της ως άνω υπηρεσιακής μεταβολής.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ