ΜΙΑ ΕΛΠΙΔΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΟΥ «ΑΡΓΟΠΕΘΑΙΝΟΥΝ». Γράφει ο Σωκράτης Τσαχιρίδης

Το περασμένο καλοκαίρι ήταν δύσκολο για όλους, πόσο μάλλον για τις επιχειρήσεις. Οι πολιτικές εξελίξεις, τα επιβληθέντα capital controls, τα εμπάργκο στις εισαγωγές και η εν γένει ανασφάλεια που επικρατούσε σε όλα τα επίπεδα προκάλεσαν σοβαρά λειτουργικά προβλήματα. Παράλληλα, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια η κίνηση στην αγορά ήταν ιδιαίτερα πεσμένη, με αποτέλεσμα τα κέρδη των επιχειρήσεων να μην είναι τα αναμενόμενα. Με βάση όλα αυτά, αλλά και τον ιδιαίτερα «βαρύ μνημονιακό χειμώνα» που έρχεται, πολλές θα είναι οι επιχειρήσεις που θα βρεθούν σε οικονομικό αδιέξοδο αναγκαζόμενες να δηλώσουν πτώχευση και να «βάλλουν λουκέτο». Με το παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να προλάβουμε αυτήν την άσχημη εξέλιξη δίνοντας ελπίδα στους δύσμοιρους επιχειρηματίες της εποχής μας.

Ο Πτωχευτικός Κώδικας προβλέπει στα άρθρα 99 επομ. τη διαδικασία της εξυγίανσης. Πρόκειται για μία νέα διαδικασία που δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην Ελλάδα και θεσπίστηκε από τον πτωχευτικό νομοθέτη κατ’ επιρροή από ξένα δίκαια. Αυτή βρίσκεται εκτός της πτωχευτικής διαδικασίας και έχει ως στόχο να γλιτώσει τον επιχειρηματία από μία άσχημη για αυτόν κατάσταση, την κήρυξη πτώχευσης. Αποσκοπεί στη διάσωση της επιχείρησης που αρχίζει να εμφανίζει οικονομικά προβλήματα μέσω σύγχρονων μηχανισμών αντιμετώπισης της κρίσης, όπως η χρηματοδότηση της και ο διακανονισμός των χρεών έναντι των πιστώτων. Ποιες είναι, όμως, οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για την υπαγωγή στην εν λόγω διαδικασία;

Καταρχήν, αναγκαίος όρος για να μπορεί κάποιος να ενταχθεί στην προπτωχευτική διαδικασία της εξυγίανσης είναι να έχει πτωχευτική ικανότητα. Το γεγονός αυτό προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 99 παρ. 1 και 2 παρ. 1 του ΠτΚ. Συνεπώς, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί εμπορική δραστηριότητα και έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του στην Ελλάδ δύναται να υπαχθεί στη συγκεκριμένη διαδικασία. Ωστόσο, ο νόμος απαιτεί και πρόσθετες προϋποθέσεις. Ειδικότερα, κρίνεται αναγκαίο να υπάρχει παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων του επιχειρηματία προς τους πιστωτές του κατά τρόπο γενικό όχι όμως μόνιμο. Με άλλα λόγια, ο επιχειρηματίας μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία εξυγίανσης όταν έχει οικονομικά προβλήματα, αρκεί αυτά να μη φτάνουν στο σημείο της παύσης των πληρωμών. Αν συντρέχει τέτοια περίπτωση, η υπαγωγή στην εν λόγω διαδικασία δεν είναι δυνατή. Τότε μοναδική διέξοδο αποτελεί η υποβολή σχεδίου αναδιοργάνωσης (άρθρο 107 ΠτΚ). Βέβαια, σε αυτό το σημείο να επισημάνουμε ότι έχει υποστηριχθεί και η άποψη πως η παύση πληρωμών(γενική και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμών)  δεν αποτελεί απαγορευτικό παράγοντα για την υπαγωγή στη συγκεκριμένη διαδικασία (Σχέδιο Νόμου) Επίσης, βασική προϋπόθεση για υπαγωγή στην διαδικασία της εξυγίανσης είναι να μην παραβλάπεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών (άρθρο 99 παρ. 2 ΠτΚ). Χαρακτηριστική περίπτωση που θίγεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών αποτελεί όταν οι μη συμμετέχοντες στη συμφωνία πιστωτές θα βρεθούν σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκοταν αν κινούσαν τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Πρόσθετη τυπική προϋπόθεση για το άνοιγμα της διαδικασίς εξυγίανσης αποτελεί η περιγραφή της επιχείρησης του οφειλέτη, η οικονομική του κατάσταση με παράθεση των πιο πρόσφατων οικονομικών στοιχείων, τα αίτια της οικονομικής του αδυναμίας και τα προτεινόμενα μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης. Γενικότερα, ο οφειλέτης οφείλει να επισυνάψει στην αίτησή του για το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης, επί ποινή απαραδέκτου, όλα όσα ορίζονται αναλυτικά στο άρθρο 100 παρ. 2. ΠτΚ, άλλως η αίτηση απορρίπτεται ως απαράδετη. Επιπλέον, η αίτηση που κατατίθεται στο δικαστήριο πρέπει να περιέχει έκθεση εμπειρογνώμονα στην οποία παρατίθεται κατάλογος των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη (άρθρο 100 παρ. 3 ΠτΚ). Σε περίπτωση που αυτή παραληφθεί απορρίπτεται η συγκεκριμένη αίτηση για τυπικούς λόγους. Τελευταίος αναγκαίος όρος για να προχωρήσει το δικαστήριο στην εξέταση της ουσίας της αίτησης για το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης ειναι η κατάθεση  παραβόλου του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων ύψους τεσσάρων χιλιάδων (4.000) ευρώ, οταν δε πρόκειται για ανώνυμη εταιρία, το ποσό του παραβόλου ανέρχεται στο ποσό των επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ  (άρθρο 100 παρ. 5 ΠτΚ). Για τα φυσικά πρόσωπα το παράβολο είναι στις δύο χιλιάδες (2000) ευρώ. Βέβαια, σύμφωνα με τη γνωμη το κου Βενιέρη, τα παραβόλα αυτά πλέον δεν αποτελούν τυπική προϋπόθεση για την υπαγωγή στην εν λόγω διαδικασία, αλλά στο μετρο που αφορούν την αμοιβή του μεσολαβητή είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης.

Εφόσον, λοιπόν, συντρέχουν τα ανωτέρω στο σύνολό τους, το δικαστήριο δύναται να προχωρήσει στην εξέταση της ουσίας της υπόθεσης. Για την τελική δε οριστικοποίηση της συμφωνίας εξυγίανσης απαιτείται επικυρωτική απόφασή του.

Σωκράτης Τσαχιρίδης

Αν βρείς μία γυναίκα, παντρέψου την. Αν είναι καλή, θα είσαι ευτυχισμένος, αν όχι, θα γίνεις φιλόσοφος.

Leave a reply