Σύμφωνα με το άρθρο 55Α του καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος [1] (στο εξής ΤτΕ), σε συνδυασμό με τον σχετικό Κανονισμό (ΕΕ) 1024/2013 του Συμβουλίου και ειδικότερα με βάση το άρθρο 1 εδ 5, σε συνδυασμό με την 28η αιτιολογική σκέψη αυτού, ο προληπτικός εποπτικός ρόλος αυτής αποβλέπει στη διαφάνεια των διαδικασιών και των όρων των συναλλαγών στις οποίας είναι αυτή αρμόδια. [2] Περιεχόμενο αυτού του εποπτικού ρόλου αποτελούν εκτός των άλλων, η προσυμβατική ενημέρωση των πελατών, η περιοδική ενημέρωση προς αυτούς , οι όροι συναλλαγών των τραπεζικών συμβάσεων ( σχετικά με την σαφήνεια και νομιμότητα τους), καθώς και η κατανόηση των συμβατικών υποχρεώσεων από τους πελάτες. Περαιτέρω, η ΤτΕ εξετάζει εάν η παρεχόμενη προσυμβατική ενημέρωση ή το προσφερόμενο τραπεζικό προϊόν εξυπηρετεί καλύτερα τις ανάγκες του πελάτη και ανταποκρίνεται στις οικονομικές του δυνατότητες. Αυτό το καταφέρνει είτε προβαίνοντας σε συστάσεις προς τα πιστωτικά ιδρύματα σχετικά με τα ενημερωτικά τους δελτία,[3] ώστε αυτά να διαθέτουν ενημερωτικό υλικό κατάλληλα και με τα βασικά στοιχεία του τραπεζικού προϊόντος. Σε περίπτωση που διαπιστώσει τα πιστωτικά να μην συμμορφώνονται με τις συστάσεις της, δύναται να επιβάλλει κυρώσεις.
Η υποχρέωση αυτή καθίσταται εντονότερη όταν οι συναλλασσόμενοι αυτοί επιλέγουν να επενδύσουν σημαντικά ποσά σε προϊόντα σύνθετα, οπότε είναι απαραίτητο να ενημερώνονται κατά τρόπο λεπτομερειακό τόσο για τους όρους που διέπουν τα προϊόντα αυτά, όσο και για τα χαρακτηριστικά των ίδιων των προϊόντων.[4]
Η ΤτΕ δεν ελέγχει, όπως αντιθέτως ελέγχει το Δικαστήριο κατ άρθρο 2 ν. 2251/1994, το εάν η εφαρμογή ενός γενικού όρου συναλλαγής είναι καταχρηστική υπό την έννοια ότι έχει ως αποτέλεσμα τη διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων του πελάτη, αφού πρώτα λάβει υπόψη του τη φύση των αγαθών ή υπηρεσιών,[5] το σύνολο των ειδικών συνθηκών κατά τη σύναψή της και όλες τις υπόλοιπες ρήτρες της σύμβασης ή άλλης σύμβασης από την οποία αυτή εξαρτάται.[6] Ο ρόλος της ΤτΕ απευθύνεται στην επιβολή διοικητικών κυρώσεων κατά των υποκειμένων που βρίσκονται υπό την εποπτεία της[7] και επιγραμματικά αυτά αποτελούν τα πιστωτικά ιδρύματα, και άλλες κατηγορίες επιχειρήσεων και οργανισμών του χρηματοπιστωτικού τομέα της οικονομίας (χρηματοδοτικά ιδρύματα).[8]
___________________________________________________________
[1] Ψυχοµάνης, 2016, Εγχειρίδιο Τραπεζικού Δικαίου - Β' έκδοση, 2016, Εκδόσεις Σάκκουλας , σελ 18
[2] άρθρο 4 παρ. 11 ν. 4261/2014 : «Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να θεσπίζει κανόνες σχετικά με τις πληροφορίες και τα στοιχεία που τα πιστωτικά ιδρύματα και τα λοιπά εποπτευόμενα από αυτήν πρόσωπα οφείλουν να παρέχουν στους συναλλασσόμενους με αυτά ως προς τους όρους των συναλλαγών τους, για τη διασφάλιση της διαφάνειας και της σαφήνειας».
[3] Μάλιστα δύναται να προβεί και σε σύγκριση τρόπου παρουσίασης όμοιων τραπεζικών προϊόντων μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων.
[4] ΣτΕ 3423/2014, ΣτΕ 2857/2015
[5] Ψυχοµάνης, 2016, ο.π. σελ 55, σελ 89
[6] ΟλΑΠ 15/2007, ΑΠ 296/2001, ΑΠ 1219/2001
[7] Άρθρα 57-59 του Ν. 4261/2014
[8] http://www.bankofgreece.gr