ανάλυσε το

Περί εικονικών δικών λόγος

Διαβάζουμε συχνά ανά τακτά χρονικά διαστήματα, τόσο σε νομικά site όσο και σε ειδησεογραφικά, για διεθνείς διαγωνισμούς εικονικών δικών (moot courts) στους οποίους λαμβάνουν μέρος νομικές σχολές της χώρας μας, οι οποίοι συνήθως αφορούν κάποιους κλάδους του διεθνούς ή ευρωπαϊκού δικαίου.

 Ειδικότερα, το τελευταίο διάστημα είναι γνωστές οι πρωτιές της Νομικής, κατά κύριο λόγο, Αθηνών, σε διάφορους διεθνείς διαγωνισμούς (π.χ. ELSA Moot Court Competition on World Trade Organization Law τον Ιούνιο του 2016,  Manfred Lachs Space Law Moot Court Competition τον Απρίλιο του 2016 και Foreign Direct Investment International Arbitration Moot τον Οκτώβριο του 2015).

 Φοιτητές και καθηγητές πανηγυρίζουν και καυχιούνται για το υψηλό επίπεδο των ελληνικών πανεπιστημίων γενικότερα, και των εγχώριων νομικών σχολών ειδικότερα, τόσο ως προς το ακαδημαϊκό προσωπικό όσο και ως προς τις ικανότητες των ίδιων των φοιτητών. Και είναι σίγουρα αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι στα ελληνικά πανεπιστήμια, παρά τις αντίξοες συνθήκες και την υποχρηματοδότηση από την πολιτεία, υπάρχουν λαμπροί εκπαιδευτικοί που κάνουν σιωπηρά εξαιρετική δουλειά και αποτελούν το θεμέλιο λίθο των ανωτέρω επιτυχιών. Είναι όμως μόνο αυτοί οι λόγοι που «σαρώνουν» οι νομικές σχολές μας σε διεθνές επίπεδο και κατατροπώνουν κατά κόρον τις αντίστοιχες ομάδες φημισμένων νομικών σχολών όπως εκείνες του Harvard και του London School of Economics; Θεωρώ πως η απάντηση βρίσκεται στον τρόπο διδασκαλίας των νομικών μαθημάτων αλλά και στην προετοιμασία των ομάδων για τους διαγωνισμούς. Καταρχάς, με εξαίρεση τις ελληνικές, στις περισσότερες νομικές σχολές παγκοσμίως, η διδασκαλία και κατανόηση των μαθημάτων γίνεται εκτός του παραδοσιακού τρόπου της διάλεξης από τον διδάσκοντα και μέσω εικονικών δικών που λαμβάνουν χώρα μέσα στα αμφιθέατρα. Ως εκ τούτου, οι απόφοιτοι των νομικών σχολών είναι εξοικειωμένοι με τη διαδικασία που λαμβάνει χώρα εντός του δικαστηρίου αφενός, όπως το να μιλούν ενώπιων του ακροατηρίου, και αφετέρου είναι σε θέση να συντάξουν δικόγραφα, να οργανώσουν την επιχειρηματολογία τους κ.λπ. Στον αντίποδα, οι νομικές σχολές στην Ελλάδα δεν ακολουθούν τις αντίστοιχες μεθόδους.

Η διδασκαλία περιλαμβάνει σχεδόν αποκλειστικά διάλεξη από τον διδάσκοντα και επίλυση πρακτικών ζητημάτων, ενώ η διεξαγωγή εικονικών δικών είναι σχεδόν παντελώς απούσα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα όταν πρόκειται μια ομάδα να λάβει μέρος σε έναν διεθνή διαγωνισμό, οι διδάσκοντες που αναλαμβάνουν το έργο να «προπονήσουν» τους διαγωνιζομένους, να ξεκινούν την προετοιμασία τους πολλούς μήνες πριν τους προκριματικούς γύρους, με εκατοντάδες ώρες εξάσκησης και μελέτης τακτικών, νομολογίας και προηγούμενων διαγωνισμών από τους φοιτητές, και φυσικά με τη διεξαγωγή πολυάριθμων εικονικών δικών προσομοίωσης για την εξοικείωση των υποψηφίων. Είναι αυτονόητο πως η όλη διαδικασία γίνεται εκτός προγράμματος διδασκαλίας με επιπλέον ώρες, και οι διαγωνιζόμενοι παραμελούν σε μεγάλο βαθμό τα υπόλοιπα μαθήματα του τρέχοντος εξαμήνου, την ίδια στιγμή που στις γνωστότερες νομικές σχολές του δυτικού κόσμου οι εικονικές δίκες είναι μέρος του προγράμματος διδασκαλίας.

Είναι συνεπώς φανερό πως οι διαγωνιζόμενοι των ελληνικών νομικών σχολών είναι συνήθως καλύτερα προετοιμασμένοι από τους αντιπάλους τους, διότι εξαντλούνται μήνες πριν στην προετοιμασία ενός μόνο διαγωνισμού με αποτέλεσμα να είναι σχεδόν άψογοι από κάθε άποψη, ενώ οι διαγωνιζόμενοι από πανεπιστήμια άλλων χωρών δεν αναλώνονται σε τέτοιο βαθμό στην προετοιμασία τους, ακριβώς γιατί οι εικονικές δίκες είναι μέρος της καθημερινότητάς τους, και εστιάζουν κυρίως στην επιχειρηματολογία τους. Αντίθετα οι δικές μας νομικές σχολές είναι οι συνήθεις νικήτριες – αν όχι πρωταθλήτριες - των βραβείων για το καλύτερο δικόγραφο/υπομνήματα ή αναδεικνύουν ανάμεσά τους τον κορυφαίο αγορευτή του διαγωνισμού ακριβώς λόγω της σκληρής προπόνησης που έχει προηγηθεί. Βεβαίως οι επιτυχίες αυτές όπως προαναφέρθηκε, βασίζονται ως επί το πλείστον στην άρτια επιστημονική κατάρτιση των προπονητών των διαγωνιζομένων και στις ικανότητες των ίδιων των φοιτητών, απλώς η εξαντλητική προετοιμασία είναι που τους επιτρέπει να κάνουν τη διαφορά. Εάν το πρόγραμμα σπουδών επέτρεπε τη διεξαγωγή εικονικών δικών σε μεγαλύτερο βαθμό μέσα στα αμφιθέατρα, οι διαγωνιζόμενοι δε θα επωμίζονταν τόσο μεγάλο βάρος, και σε συνδυασμό με τις δυνατότητες αυτών και των καθηγητών τους που ήδη ξέρουμε, οι επιτυχίες τους θα πολλαπλασιάζονταν σε βάθος χρόνου.

Leave a reply