Είναι ιδιαίτερη η χαρά και η τιμή μου για την έναρξη της συνεργασίας μου με την πανταχού παρούσα και πλήρως ενημερωμένη ιστοσελίδα και θα ήθελα να αφιερώσω το πρώτο μου άρθρο στο φλέγον ζήτημα των ημερών που διανύουμε.
Τους τελευταίου μήνες, ανοίγοντας απλώς κάποιος την τηλεόρασή του ή το ράδιο, υφίσταται καταιγισμό ενημερώσεων για τα ρεύματα χιλιάδων ανθρώπων που κατακλύζουν την χώρα από χώρες ανατολικές, με σκοπό να ταξιδέψουν προς το κέντρο της Ευρώπης, για σύνορα που κλείνουν, για «πρόσφυγες» που κουβαλούν τα νεογέννητα παιδιά τους μέσα σε βάρκες, για «κύματα μεταναστών» που απειλούν.
Πώς χαρακτηρίζονται, ωστόσο, όλοι αυτοί οι άνθρωποι που φθάνουν καθημερινά στα παράλια της Ελλάδας, πρόσφυγες ή μετανάστες; Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στις δύο έννοιες;
Η απάντηση είναι θετική, υπάρχει μία εξαιρετικά ουσιώδης διαφορά, η οποία έχει κατοχυρωθεί στη Διακήρυξη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών το 1951 όπως αυτό αναθεωρήθηκε από το Πρωτόκολλο της Ύπατης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε. το 1967.
Ο όρος πρόσφυγας, σύμφωνα και με τον Μεταναστευτικό Κώδικα (Ν. 4251/2014) συμπεριλαμβάνει τα πρόσωπα, πολίτες τρίτης χώρας ή ανιθαγενείς, οι οποίοι συνεπεία γεγονότων και δικαιολογημένου φόβου διώξεως, βρίσκονται εκτός της χώρας της οποίας έχουν την υπηκοότητα. Ο φόβος δίωξης μπορεί να αφορά τη φυλή, τη θρησκεία, την εθνικότητα, τις πολιτικές πεποιθήσεις κ.λ.π. Κατά την είσοδό τους (παράνομη συνήθως) στη χώρα, τα άτομα αυτά, υποβάλλουν αίτημα για χορήγηση ασύλου, ήτοι αναγνώριση διεθνούς προστασίας στο πρόσωπό τους. Αν το αίτημά τους γίνει δεκτό, αποτελούν πλέον «αναγνωρισμένους πρόσφυγες», τελούν υπό καθεστώς διεθνούς προστασίας και τους παρέχονται δικαίωμα παραμονής στη χώρα επί τρία (3) έτη, πρόσβαση στην υγεία, την παιδεία και την κοινωνική ασφάλιση. Ενόσω δε, το αίτημά τους εκκρεμεί, δεν μπορούν να φύγουν από τη χώρα ακριβώς γιατί είναι πιθανό να χρίζουν διεθνούς προστασίας. Ο αναγνωρισμένος πρόσφυγας, εφοδιάζεται με ένα ειδικό διαβατήριο, το διαβατήριο Nansen, με το οποίο μπορεί να ταξιδέψει σε οποιαδήποτε από τα τις 116 χώρες που υπέγραψαν τη Διακήρυξη του 1951.
Ο όρος μετανάστης (πολιτικός, οικονομικός κ.λ.π.) από την άλλη πλευρά, εμπερικλείει άτομα τα οποία, για λόγους διαφορετικούς από αυτούς που αναφέρονται στον ορισμό του πρόσφυγα, εγκαταλείπουν οικειοθελώς τη χώρα τους με σκοπό να εγκατασταθούν αλλού, ενώ έχουν τη δυνατότητα να επιστρέψουν στη χώρα τους οποτεδήποτε θελήσουν, σε αντίθεση με τους πρόσφυγες, οι οποίοι δεν μπορούν να γυρίσουν στην πατρίδα τους αν δεν αλλάξει η επικρατούσα σε αυτή κατάσταση, ώστε να είναι ασφαλείς. Συνεπώς ο μετανάστης μπορεί και να επιστραφεί στη χώρα του, καθώς εκεί δεν κινδυνεύει.
Ο δρόμος που οδηγεί στην «ελευθερία» όπως ο καθένας την ορίζει και στις καλύτερες συνθήκες διαβίωσης, είναι ο ίδιος τόσο για τους πρόσφυγες όσο και για τους μετανάστες, εξ’ ου και τα κύματα των εισερχομένων πολιτών τρίτων χωρών είναι «μικτά», με αποτέλεσμα να υπάρχει μία χρονοβόρα διαδικασία διαχωρισμού τους. Σε κάθε περίπτωση επιβαλλόμενος κρίνεται ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ενώ ευκταία είναι η καλή οργάνωση των δομών και των φορέων (Υπηρεσία Ασύλου, Μ.Κ.Ο.) ώστε να εξυπηρετούνται όλοι, είτε πρόσφυγες είτε μετανάστες, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και να δείξει η χώρα μας το ανθρωπιστικό της μεγαλείο.
Γιατί, ας μην ξεχνάμε πως, οι περισσότεροι από όσους εισέρχονται παράνομα στη χώρα, είτε λόγω πολέμου στη χώρα τους είτε λόγω αθλίων οικονομικών καταστάσεων, είναι άνθρωποι που εγκατέλειψαν την πατρίδα τους, αναζητώντας μόνο ένα πράγμα: ασφάλεια. Είτε σωματική, είτε οικονομική. Κανένας τους δεν είναι ευνοημένος, αλλά και οι δύο έχουν ανάγκη ανθρώπινη μεταχείριση.
*της Ζωής Κυριαζή, Δικηγόρος Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, zoi.kyriazi@gmail.com