Σεξισμός στον χώρο εργασίας

Γράφει η Πέττα Κατερίνα

Νομική σύμβουλος Συμβουλευτικού Κέντρου Γυναικών θυμάτων βίας ή/και πολλαπλών διακρίσεων Δήμου Ζακύνθου

Σεξισμός στον χώρο εργασίας

Με τον όρο «σεξισμός» νοούνται οι προκαταλήψεις ή διακρίσεις που αφορούν το φύλο και οι οποίες επιδρούν τόσο σε θεσμούς και κοινωνικά περιβάλλοντα (π.χ. το εργασιακό περιβάλλον) όσο και στις διαπροσωπικές σχέσεις (EIGE, 2020a).

Ο σεξισμός έχει επίπτωση κυρίως στις γυναίκες. Μπορεί επίσης να επηρεάσει τους άνδρες και τα αγόρια όταν εκείνοι συμμορφώνονται με τους ρόλους που τους έχουν αποδοθεί λόγω φύλου. Ο όρος σχετίζεται με τις πεποιθήσεις και τα στερεότυπα που υπάρχουν σε μια κοινωνία όσον αφορά τους ρόλους των φύλων. Κατά μία έννοια, ο σεξισμός στηρίζεται σε αντιλήψεις απόρροια των οποίων αποτελούν οι αυθαίρετες διακρίσεις ενάντια στις γυναίκες βάσει των έμφυλων στερεοτύπων.

Ο σεξισμός είναι παρών σε όλους τους τομείς της ζωής, για παράδειγμα:

  • Το 63% των γυναικών δημοσιογράφων έχει υποστεί λεκτική βία.
  • Οι γυναίκες αφιερώνουν σχεδόν διπλάσιο χρόνο από τους άνδρες στη μη αμειβόμενη οικιακή εργασία (χώρες του ΟΟΣΑ).
  • Το 80% των γυναικών δήλωσε ότι έχει αντιμετωπίσει το φαινόμενο του «mansplaining» (η πράξη του να εξηγεί ένας άνδρας κάτι σε μια γυναίκα, με τρόπο περιφρονητικό ή πατροναριστικό) και του «manterrupting» (όταν ένας άνδρας διακόπτει μια γυναίκα, ιδιαίτερα όταν το κάνει καθ’ υπερβολή) στην εργασία.
  • Οι άνδρες αντιπροσωπεύουν το 75% στις πηγές πληροφόρησης και στα θέματα ειδησεογραφίας στην Ευρώπη.
  • Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το 66% των κοριτσιών ηλικίας 16-18 ετών που ερωτήθηκε, έχουν βιώσει ή έχουν γίνει μάρτυρες χρήσης σεξιστικής γλώσσας στο σχολείο.
  • Το 59% των γυναικών στο Άμστερνταμ ανέφεραν κάποια μορφή παρενόχλησης στο δρόμο.
  • Στη Γαλλία, το 50% των νεαρών γυναικών που ερωτήθηκαν πρόσφατα, έχουν υποστεί άδικη ή ταπεινωτική συμπεριφορά επειδή είναι γυναίκες.
  • Στη Σερβία, έρευνα δείχνει ότι το 76% των γυναικών στις επιχειρήσεις δεν λαμβάνονται τόσο σοβαρά υπόψη όσο οι άνδρες (Συμβούλιο της Ευρώπης, «Σεξισμός: Δες τον. Κατονόμασε τον. Σταμάτησε τον.»,χ.χ.)

Δύναται να ασκείται σε επίπεδο ατομικό, θεσμικό (π.χ. εργασιακό ή/και εκπαιδευτικό χώρο) και διαρθρωτικό (π.χ. μέσω κοινωνικών ανισοτήτων μεταξύ των φύλων, κοινωνικών κανόνων και συμπεριφορών). Στη Σύσταση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση του σεξισμού (2019) διατυπώθηκε πως με τον συγκεκριμένο όρο επιβάλλεται σιωπή, καθώς τα θύματα δεν δύνανται να προβούν σε καταγγελία ή διαμαρτυρία για σεξιστική συμπεριφορά εναντίον τους συνεπεία του φόβου στο ενδεχόμενο να μην γίνουν πιστευτά, να τους αποδοθούν ευθύνες ή ακόμα και να αποτελέσουν αντικείμενο απομόνωσης και περιθωριοποίησης.

Βασική παράμετρος του ελληνικού και ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου για την πρόληψη και εξάλειψη των διακρίσεων σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα αποτελεί η αρχή της ίσης μεταχείρισης και η προώθηση της έμφυλης ισότητας. Παρ’ όλα αυτά το γυναικείο φύλο εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο σεξιστικών συμπεριφορών και πρακτικών, οι οποίες αυξάνουν την έμφυλη ανισότητα. Κάποιες από αυτές τις συμπεριφορές, τις οποίες καλούνται να αντιμετωπίσουν οι γυναίκες σε διάφορους τομείς, είναι ιδίως η υπό-εκπροσώπησή τους σε ρόλους λήψης αποφάσεων, ο αποκλεισμός τους από ορισμένους τομείς της οικονομίας, η ανάληψη των μη αμειβόμενων εργασιών φροντίδας, η δυσανάλογη -συγκριτικά με τους άνδρες-  μισθοδοσία, καθώς και η ασύμμετρη -σε σχέση με τους άνδρες- έκθεσή τους σε φαινόμενα βίας και παρενόχλησης.

Κατά την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας διαπιστώνεται πως σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, ο σεξισμός εμπεριέχει προκαταλήψεις και συμπεριφορές, οι οποίες αποτελούν απόρροια μιας υπάρχουσας δυϊστικής ιδεολογίας που διαχωρίζει τα φύλα με βίαιο τρόπο (Cixous, 1997). Σύμφωνα με την εν λόγω δυϊστική ιδεολογία, τα φύλα δεν χαρακτηρίζονται από ισότητα βιολογική, πνευματική, ηθική και διανοητική, καθώς κάποιο από τα δύο είναι κατώτερο από το άλλο. Η συγκεκριμένη ιδεολογία δίνει τη δυνατότητα μέσω θεσμών ή κοινωνικών πρακτικών να επιτρέπονται φυσικοί περιορισμοί, αρνητικές ή φοβικές συμπεριφορές και γενικότερα οι έμφυλες διακρίσεις (Ντόκου, 2013).

Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων (2020), υπάρχει ισχυρή σύνδεση του σεξισμού με την εξουσία. Καταλήγοντας στο συγκεκριμένο συμπέρασμα εξηγεί πως τα άτομα τα οποία διαθέτουν εξουσία τυγχάνουν συνήθως ευνοϊκής αντιμετώπισης. Αντίθετα, τα άτομα τα οποία δεν διαθέτουν εξουσία συχνά υφίστανται διακρίσεις. Επιπρόσθετα, η έννοια του σεξισμού συνδέεται με τα στερεότυπα. Η συγκεκριμένη συσχέτιση στηρίζεται στη διαπίστωση πως οι λανθασμένες γενικεύσεις και οι αναληθείς πεποιθήσεις που αφορούν το φύλο οδηγούν συνήθως σε πρακτικές διακρίσεων. Γενικότερα, καταλήγει πως ο σεξισμός συγκαταλέγεται στις ακραίες μορφές ρατσισμού.

 

Μορφές σεξισμού

Κατά την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας καταγράφεται ότι οι μορφές τις οποίες μπορεί να λάβει ο σεξισμός ποικίλλουν. Ένας από τους διαχωρισμούς που παρατηρούνται είναι πως ο σεξισμός διακρίνεται σε παραδοσιακό και σύγχρονο. Η παραδοσιακή μορφή του σχετίζει το σεξισμό με το γυναικείο φύλο και αποδίδεται ως μία υποκειμενική, δυσανάλογη συμπεριφορά υπέρ του ανδρικού φύλου και κατά συνέπεια κατά του γυναικείου, βασιζόμενη στην κατωτερότητα αυτού (Cameron, 1977). Στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών ο παραδοσιακός σεξισμός αναφέρεται στην απόλυτη και έντονη αντίληψη για τη διαφορά μεταξύ των δύο φύλων. Σύμφωνα με τους Moya et al. (2006) αυτός ο τύπος σεξισμού βασίζεται σε αυστηρές και αμετάκλητες πεποιθήσεις για το ποιόν του αρσενικού και του γυναικείου φύλου. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι στις σύγχρονες κοινωνίες παρατηρείται μια μετάβαση από τις παραδοσιακές προς πιο "σύγχρονες" ή "κρυφές" μορφές σεξισμού. Σε αυτές τις νέες εκφάνσεις δεν εμφανίζονται πλέον οι καθολικές και απόλυτες αντιλήψεις για τα φύλα. Αντ' αυτού, ο σεξισμός εμφανίζεται με πιο υποβόσκουσα, λιγότερο εμφανή και ενίοτε "φαινομενικά φιλική" μορφή.

Επιπρόσθετα, ο σεξισμός μπορεί να εκδηλώνεται συνειδητά και με εχθρική πρόθεση ή μπορεί να εκφράζεται ασυνείδητα ως καλοπροαίρετος. Με βάση τον εχθρικό σεξισμό οι γυναίκες θεωρούνται κατώτερες. Η έννοια του “εχθρικού σεξισμού” παρουσιάστηκε από τους Glick & Fiske (1996). Ο εχθρικός σεξισμός περιγράφει τρεις βασικές διαστάσεις του παραδοσιακού σεξισμού:

  • Υποβάθμιση των γυναικών: Αυτή η διάσταση αφορά την αντίληψη πως οι γυναίκες είναι κατώτερες από τους άνδρες και ότι δεν μπορούν να εκπληρώσουν τους ίδιους ρόλους με τους άνδρες σε κοινωνικό ή επαγγελματικό επίπεδο.
  • Περιορισμός των ρόλων των γυναικών: Αυτή η διάσταση αναφέρεται στην πεποίθηση ότι οι γυναίκες θα πρέπει να περιορίζονται σε συγκεκριμένους ρόλους, όπως της νοικοκυράς ή της συζύγου και πως δεν θα πρέπει να εξέρχονται από αυτά τα πλαίσια.
  • Σεξουαλική ελκυστικότητα των γυναικών: Η τρίτη διάσταση αναφέρεται στην πεποίθηση ότι οι γυναίκες έχουν μια ιδιαίτερη σεξουαλική ελκυστικότητα, η οποία τις καθιστά “επικίνδυνες” για τους άνδρες.

Αντίθετα, ως καλοπροαίρετος θεωρείται ο σεξισμός που στηρίζεται στην επιβράβευση του γυναικείου φύλου όταν παρουσιάζει ικανότητες και επιδόσεις σε ρόλους σύμφωνους με τα έμφυλα στερεότυπα. Αυτός ο τύπος σεξισμού δεν βασίζεται στην εχθρότητα προς τις γυναίκες, αλλά χαρακτηρίζεται από τα στερεότυπα γύρω από τις γυναίκες και τις απόψεις περί «ασθενούς φύλου». Παρότι, αυτές οι στάσεις είναι “φαινομενικά θετικές ή φιλικές”, στην πραγματικότητα εντείνουν την υποβάθμιση των γυναικών και την προώθηση πατριαρχικών αξιών, με αποτέλεσμα να ενισχύονται ή/και να διαιωνίζονται οι έμφυλες ανισότητες (Glick & Fiske, 1996).

Εναλλακτικοί τρόποι εκδήλωσης είναι το χιούμορ όπου συχνά παρουσιάζει με υπερβολικό τρόπο ορισμένα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με το φύλο και η απεικόνιση/αναπαράσταση που παρουσιάζει το γυναικείο φύλο με κατώτερο τρόπο, σε σχέση με τις δυνατότητες και τις προοπτικές του (Plakoyiannaki & Zotos, 2009).

Σύμφωνα με άλλους μελετητές, ο σεξισμός διακρίνεται σε λανθάνοντα, έκδηλο και συγκαλυμμένο (Swim et al., 2004). Χαρακτηριστικό γνώρισμα της έκδηλης και συγκαλυμμένης μορφής αποτελεί η σκόπιμη δράση, σε αντίθεση με τη λανθάνουσα μορφή σεξισμού, που είναι και η πιο συνήθης, η οποία δεν είναι σκόπιμα επιβλαβής. Ωστόσο, και οι τρεις επιμέρους μορφές έχουν αρνητικά αποτελέσματα στο θύμα (Μοσχοβάκου & Χατζηαντωνίου, 2018).

Επίσης, ο σεξισμός μπορεί να εκδηλωθεί με άμεσο ή έμμεσο τρόπο. Στην άμεση εκδήλωση του σεξισμού συγκαταλέγονται μέθοδοι και πρακτικές διακρίσεων που αφορούν το φύλο. Στην έμμεση μορφή του ο σεξισμός σχετίζεται με τη χρήση της γλώσσας και με εξωγλωσσικές πρακτικές, οι οποίες οδηγούν σε έμφυλη υποτίμηση ή απαξίωση. Ειδικότερα, η χρήση της γλώσσας στον γλωσσικό σεξισμό διατηρεί και ενισχύει τα στερεότυπα και τις ανισότητες μεταξύ των φύλων. Η σεξιστική γλώσσα δύναται να λάβει τη μορφή έμφυλης λεκτικής βίας (Μοσχοβάκου & Χατζηαντωνίου, 2018).

Τρόποι εκδήλωσης σεξισμού στον χώρο εργασίας

Οι σεξιστικές αντιλήψεις στον εργασιακό χώρο ενδέχεται να δημιουργήσουν δυσμενείς συνθήκες για τους εργαζόμενους, ειδικότερα τις γυναίκες. Αυτό εκφράζεται μέσα από πρακτικές όπως ο αποκλεισμός από υψηλότερες θέσεις, ο ορισμός σε συγκεκριμένους ρόλους λόγω στερεοτύπων και η υποβάθμιση της αξίας της εργασίας που καταλαμβάνεται κυρίως από γυναίκες. Αυτού του είδους οι στάσεις και πρακτικές είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε χαμηλότερες ευκαιρίες και αμοιβές, μειωμένη αίσθηση συμμετοχής στον εργασιακό χώρο, άγχος και μειωμένη εργασιακή ικανοποίηση.

Για τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς, η εμφάνιση σεξιστικών στάσεων και πρακτικών μπορεί να έχει βαθύτατες αρνητικές επιπτώσεις, καθώς συντελεί στην υπονόμευση τόσο της απόδοσης των εργαζομένων όσο και της φήμης και της εικόνας του οργανισμού. Οι επιχειρήσεις ρισκάρουν να χάσουν ταλαντούχους εργαζόμενους και να μην είναι ελκυστικές για νέους υποψήφιους.

Παρά τις προσπάθειες πολλών οργανισμών να προωθήσουν την έμφυλη ισότητα, αν δεν αντιμετωπίσουν και αλλάξουν τα εμπεδωμένα έμφυλα στερεότυπα και τις ασυνείδητες προκαταλήψεις, οι προσπάθειές τους μπορεί να αποδειχθούν αναποτελεσματικές (EIGE, 2020).

Στον επαγγελματικό τομέα, ο σεξισμός εκδηλώνεται με πολλούς τρόπους δημιουργώντας ένα πλαίσιο διακρίσεων κυρίως για τις εργαζόμενες. Αναφέρονται περιπτώσεις ανισότητας σε μισθούς, αξιολογήσεις, προσλήψεις, ορισμένες αντιλήψεις για "ανδρικές" και "γυναικείες" θέσεις απασχόλησης, καθώς και παρενοχλητικές συμπεριφορές.

Στην εργασία, πολλές αντιλήψεις προκύπτουν από τη θεώρηση ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ των φύλων, όπως η πεποίθηση ότι οι άνδρες είναι ηγέτες ενώ οι γυναίκες είναι συνεργάσιμες. Τέτοιες αντιλήψεις μπορεί να οδηγήσουν στη θεώρηση ότι οι γυναίκες είναι λιγότερο αξιόπιστες στην εργασία λόγω των ρόλων τους ως μητέρες.

Από την άλλη πλευρά, οι γυναίκες που εργάζονται ενδέχεται να αντιμετωπίζουν εμπόδια στην πρόοδο της καριέρας τους ή να ενθαρρύνονται να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους για να προαγάγουν την επαγγελματική σταδιοδρομία τους. Ταυτόχρονα, οι άνδρες μπορεί να αντιμετωπίζουν προκαταλήψεις όταν αναλαμβάνουν φροντιστικούς ρόλους.

Υπάρχουν περιβάλλοντα εργασίας που κυριαρχούνται από άνδρες με σεξιστική κουλτούρα. Ωστόσο, το αντίθετο μπορεί επίσης να ισχύει, με τους άνδρες να βιώνουν σεξισμό σε γυναικοκρατούμενες θέσεις εργασίας ή σε επαγγέλματα που θεωρούνται "γυναικεία" (EIGE, 2020).

Κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της δεκαετίας του '90 άρχισαν να εμφανίζονται αναφορές που αφορούσαν το ρόλο της γυναίκας μέσα στην εργασία. Συγκεκριμένα, ο Abrams (1991) παρουσίασε το εργασιακό περιβάλλον ως μη φιλικό για τις γυναίκες κυρίως λόγω των διακρίσεων που αντιμετώπιζαν συγκριτικά με τους άνδρες. Ο λόγος για αυτό ήταν πως η κοινωνία συχνά συσχέτιζε τις γυναίκες με τις οικιακές εργασίες παρά με την επαγγελματική απασχόληση (Mukhopadhyay et al, 2021).

Το φαινόμενο της εργασιακής σεξιστικής συμπεριφοράς αφορά τις διακρίσεις βάσει φύλου στον εργασιακό χώρο και προκύπτει από τα κοινωνικά στερεότυπα που έχουν διαμορφωθεί όλα αυτά τα χρόνια σχετικά με τους ρόλους που πρέπει να υποστηρίζει το κάθε φύλο. Σε θεωρητικό επίπεδο, ο εργασιακός σεξισμός μπορεί να επηρεάσει τόσο τους άνδρες όσο και τις γυναίκες. Παρ' όλα αυτά, η πλειονότητα των θυμάτων του είναι γυναίκες. Ο εργασιακός σεξισμός εκδηλώνεται καθημερινά μέσω σεξιστικών σχολίων, προκαταλήψεων σχετικά με τις ικανότητες που μπορεί να έχει ένας εργαζόμενος λόγω του φύλου του και καθορισμού καθηκόντων βάσει φύλου (Mukhopadhyay et al, 2021).

Από τα μέσα της δεκαετίας του '80 μέχρι τις μέρες μας, οι έρευνες σχετικά με την εργασιακή σεξουαλική παρενόχληση αναδεικνύουν την ευρεία έκταση του φαινομένου, κυρίως κατά των γυναικών, χωρίς σημαντική μείωση στα ποσοστά του. Διάφορες έρευνες έχουν αναγνωρίσει τυπικές μορφές της σεξουαλικής παρενόχλησης σε πολλούς τομείς εργασίας, καθώς και χαρακτηριστικά των εργασιακών χώρων που μπορούν να συσχετιστούν με αυξημένα ποσοστά τέτοιου είδους περιστατικών. Η συντριπτική πλειονότητα των περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης περιλαμβάνει κάποια μορφή παρενόχλησης λόγω φύλου, όπως την σεξιστική εχθρότητα και την ωμή συμπεριφορά. Η ανεπιθύμητη σεξουαλική προσοχή αποτελεί τη δεύτερη σε συχνότητα μορφή σεξουαλικής παρενόχλησης ενώ μόλις ένα μικρό ποσοστό γυναικών βιώνει σεξουαλικό εξαναγκασμό (Johnson et al., 2018).

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

European Institute for Gender Equality (EIGE). (2020a). Sexism at Work: How Can We Stop It? Handbook for the EU Institutions and Agencies. Luxembourg: Publications Office of the European Union. Available at: https://eige.europa.eu/sites/default/files/documents/mh0220657enn_002_0.pdf

Council of Europe. (2019). Recommendation CM/Rec (2019) 1: Preventing and Combating Sexism.

Cixous, H. (1997). Sorties: Out and Out: Attacks/Ways Out/Forays. In C. Belsey & J. Moore (Eds.), The Feminist Reader (2nd ed., pp. 91-103). Houndmills, Basingstoke, and London: Macmillan.

Ντόκου, Χ. (2013). Σεξισμός, ΦΥΛΟΠΑΙΔΕΙΑ, e-λεξικό. Ανακτήθηκε από http://www.fylopedia.uoa.gr/index.php/%CE%A3%CE%B5%CE%BE%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82#bibliography

Cameron, C. (1977). Sex-role attitudes. In S. Oskamp, (Ed.), Attitudes and opinions (pp. 339-359). Englewood Cliffs, NJ: Prentice Hall.

Moya, M., Expósito, F., & Padilla, J. L. (2006). Revisión de las propiedades psicométricas de las versiones larga y reducida de la Escala sobre Ideología de Género. International Journal of Clinical and Health Psychology, 6(3), 709-727.

Glick, P., & Fiske, S. T. (1996). The Ambivalent Sexism Inventory: Differentiating hostile and benevolent sexism. Journal of Personality and Social Psychology, 70(3), 491–512. https://doi.org/10.1037/0022-3514.70.3.491

Plakoyiannaki, E., & Zotos, Y. (2009). Female role stereotypes in print advertising. European Journal of Marketing, 43(11/12), 1411–1434. https://doi.org/10.1108/03090560910989966

Roscoe, B., Strouse, J. S., & Goodwin, M. P. (1994). Sexual Harassment: Early Adolescents’ Self-reports of Experience and Acceptance. Adolescence, 29(115), 515-523.

Swim, J. K., Mallett, R. K., & Stangor, C. (2004). Understanding Subtle sexism: Detection and use of sexist language. Sex Roles, 51(3/4), 117–128. https://doi.org/10.1023/b:sers.0000037757.73192.06

Μοσχοβάκου, Ν., & Χατζηαντωνίου, Λ. (2018). Οδηγός προς τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας για την εξάλειψη του σεξισμού και των έμφυλων διακρίσεων. Αθήνα: Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας / ΚΕΘΙ. Ανακτήθηκε από https://www.kethi.gr/sites/default/files/wp-content/uploads/2018/03/%CE%9F%CE%94%CE%97%CE%93%CE%9F%CE%A3_mme_publ.pdf

Abrams, K. (1991). Social construction, roving biologism, and reasonable women: A response to Professor Epstein. DePaul Law Review, 41, 1021.

Mukhopadhyay, S., Banerjee, D., & Rao, T. S. (2021). "The Elephant in the Room": Neglected Construct of Occupational Sexism. Journal of Psychosexual Health, 3(2), 109-114.

Patel, J. K., Griggs, Tr., & Miller, C. (2017). We Asked 615 Men about how they Conduct themselves at Work. New York Times.

Johnson, E., Widnall, P., & Benya, F. F. (2018). Sexual Harassment of Women: Climate, Culture, and Consequences in Academic Sciences, Engineering, and Medicine. The National Academies Press. 500 Fifth Street, NW, Washington, DC 20001.

 

Leave a reply