Σ:Είμαστε από το Ανάλυσε το, και βρισκόμαστε εδώ με τον κ. Στέλιο Κουτνατζή, Λέκτορα Δημοσίου Δικαίου Νομικής Σχολής ΔΠΘ προκειμένου να σχολιάσουμε ορισμένα ζητήματα που ανακύπτουν από τις τελευταίες εξελίξεις που αφορούν τις τηλεοπτικές άδειες στη χώρα. Καλησπέρα σας κ.Κουτνατζή.
Σ.Κουτ: Καλησπέρα σας.
- Υπάρχουν πέντε συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, ο Συνήγορος του Πολίτη, το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού, η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, και η Αρχή Προστασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα με τις αντίστοιχες αρμοδιότητες. Η απόφαση της Κυβέρνησης να αναλάβει ο αρμόδιος Υπουργός την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών στέκει συνταγματικά;
Η απάντηση μπορεί να περιορισθεί στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, καθώς η σχετική συνταγματική διάταξη, του άρθρου 15 παρ. 2, αντιμετωπίζει το ζήτημα με σαφήνεια. Προβλέπει, μετά την αναθεώρηση του 2001, ότι ο έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων στη ραδιοφωνία και την τηλεόραση υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης. Αποσαφηνίζει μάλιστα, προς άρση της οποιασδήποτε αμφιβολίας ως προς την έκταση του ελέγχου, ότι αυτός μπορεί να πάρει και τη μορφή του καθεστώτος προηγούμενης άδειας, χωρίς όμως να διαφοροποιεί το κρατικό όργανο που είναι αρμόδιο για την αδειοδότηση από αυτό που είναι αρμόδιο για τον έλεγχο. Και αυτό, γιατί κατά τη ρητή διατύπωση του Συντάγματος, η προηγούμενη άδεια είναι μορφή ελέγχου. Το Σύνταγμα δεν διακρίνει άλλωστε μεταξύ ελέγχου που διενεργείται από το «Κράτος» και άλλου ελέγχου που διενεργείται από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, αφού το τελευταίο προδήλως εντάσσεται στο Κράτος. Επιπλέον, και οι ουσιαστικοί σκοποί του ελέγχου που απαριθμούνται στο επόμενο εδάφιο της διάταξης (αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, καθώς και προϊόντων του λόγου και της τέχνης, εξασφάλιση της ποιοτικής στάθμης των προγραμμάτων που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της Χώρας, σεβασμός της αξίας του ανθρώπου και προστασία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας) είναι οι ίδιοι – είτε πρόκειται για την προηγούμενη άδεια, είτε για το περιεχόμενο των ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών.
Προς θεμελίωση της συνταγματικότητας της διάταξης υποστηρίχθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης δεν είναι αποκλειστική, αφού η έννομη τάξη μας γνωρίζει και άλλες μορφές ελέγχου των ραδιοτηλεοπτικών μέσων. Ωστόσο, η αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης αναφέρεται στον έλεγχο της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης κατά την εφαρμογή του άρθρου 15 παρ. 2 του Συντάγματος, όχι όμως στην τήρηση της λοιπής νομοθεσίας (π.χ. φορολογικής ή εργατικής) που εκφεύγει του κανονιστικού περιεχομένου του άρθρου 15 παρ. 2 του Συντάγματος και συνεπώς διασφαλίζεται από τα αρμόδια κρατικά όργανα. Εξάλλου, η συνταγματική ανάθεση αρμοδιοτήτων στο ΕΣΡ, ως οργανωτική διάταξη ισχύει, κατά το Σύνταγμα, ανεπιφύλακτα (σε αντίθεση προς τις περισσότερες διατάξεις περί θεμελιωδών δικαιωμάτων που επιδέχονται καταρχήν περιορισμούς). Κατά συνέπεια, δεν τίθεται, ούτε είναι δυνατόν να τεθεί ερμηνευτικά ζήτημα παρέκκλισης για λόγους δημοσίου συμφέροντος, όσο επιτακτικοί και αν αυτοί θεωρηθούν. Τέλος, οι αναφορές σε παλαιότερα νομοθετήματα που ανέθεταν στον αρμόδιο Υπουργό την αρμοδιότητα της αδειοδότησης δεν λαμβάνουν υπόψη το κείμενο του Συντάγματος, όπως αναθεωρήθηκε το 2001.
Για τους ανωτέρω λόγους, η ανάθεση κρίσιμων αρμοδιοτήτων που σχετίζονται με την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών στον Υπουργό Επικρατείας, κατά την άποψή μου, πάσχει συνταγματικά.
- Η κατάληξη σε τέσσερις άδειες με μόνο το επιχείρημα πως τόσες στηρίζει το ελληνικό δίκτυο (διατηρώντας και τα λοιπά κρατικά κανάλια) αντέχει στη βάσανο των οικείων συνταγματικών αρχών;
Η πρόβλεψη τεσσάρων αδειών πανελλήνιας εμβέλειας συνιστά περιορισμό της ελευθερίας έκφρασης διά της ραδιοτηλεόρασης που κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα, όπως επίσης στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τη Χάρτα Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνιστά επίσης περιορισμό της πολυφωνίας στην ενημέρωση που επίσης κατοχυρώνεται ειδικά σε πλειάδα κανόνων υπερνομοθετικής ισχύος. Με δεδομένη τη θεμελιώδη σημασία της ελευθερίας της έκφρασης σε μια δημοκρατική κοινωνία, επιβάλλεται αυστηρός έλεγχος της αναλογικότητας των περιορισμών της. Προς αυτή την κατεύθυνση επιβάλλεται διερεύνηση των προβαλλόμενων λόγων για την πρόβλεψη τεσσάρων μόνο αδειών και της τεκμηρίωσής τους. Η απλή διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας δεν αποτελεί καν θεμιτό στόχο, ακόμη και σύμφωνα με την πάγια εθνική και ευρωπαϊκή νομολογία για την οικονομική και επαγγελματική ελευθερία που επιδέχονται επαχθέστερους περιορισμούς σε σχέση με την ελευθερία της έκφρασης. Η τεχνική αναγκαιότητα του περιορισμού του αριθμού των αδειών ως προς τον περιορισμό του διαθέσιμου ψηφιακού φάσματος χρήζει περαιτέρω διερεύνησης και πάντως δεν μπορεί να στηριχθεί αποκλειστικά σε μια μεμονωμένη έρευνα, εάν τα λοιπά διαθέσιμα στοιχεία αναιρούν ή σχετικοποιούν τα πορίσματά της. Όταν τέλος η επίκληση δεδομένων του συγκριτικού δικαίου οδηγεί σε επιλεκτική αξιοποίηση συγκεκριμένων στοιχείων, δεν είναι δυνατόν να δικαιολογεί έναν ιδιαίτερα επαχθή περιορισμό ενός τόσο θεμελιώδους δικαιώματος. Δικαιολογούνται, συνεπώς, σοβαρές επιφυλάξεις και ως προς την ουσιαστική συνταγματικότητα του αριθμητικού περιορισμού των αδειών πανελλήνιας εμβέλειας σε τέσσερις.
- Η παρέμβαση αυτή στην ενημέρωση της χώρας πιθανολογείται ότι θα αντέξει στη δικαστική οδό ;
Η έλλειψη ενός ολοκληρωμένου συστήματος δικαστικού ελέγχου της συνταγματικότητας στη χώρα μας δεν επιτρέπει την άμεση δικαστική αμφισβήτηση της ψηφισθείσας διάταξης. Μια τέτοια αμφισβήτηση προϋποθέτει την έκδοση διοικητικών πράξεων (είτε του Υπουργού Επικρατείας, ο οποίος, μεταξύ άλλων, εκδίδει τη σχετική προκήρυξη και χορηγεί τις άδειες, είτε του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Επικρατείας που καθορίζουν, με κοινή απόφαση, την τιμή εκκίνησης των δημοπρατούμενων αδειών). Οι εν λόγω πράξεις μπορούν να προσβληθούν στο Συμβούλιο της Επικρατείας με τα ένδικα βοηθήματα της οριστικής και προσωρινής δικαστικής προστασίας. Οι πιθανότητες ευδοκίμησης αυτών των ενδίκων βοηθημάτων, με βάση όσα αναπτύχθηκαν παραπάνω, μπορούν να θεωρηθούν ως σημαντικές.
Σ: Ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο σας και τα σχόλια σας.
Σ.Κουτ : Να είστε καλά.