Των Saad Gul και Mike Slipsky
Κάπως έτσι ξεκινούν τα επεισόδια της σειράς «Law & Order». Τον Αύγουστο, ένας περαστικός στο East Village του Manhattan παρατήρησε έναν οδηγό, καθισμένο σε ένα παρκαρισμένο όχημα. Δύο μέρες αργότερα, ο οδηγός βρισκόταν στην ίδια ακριβώς θέση. Κάποιος κάλεσε το 166.
Αποδείχθηκε ότι ο νεκρός οδηγός ήταν ο Geoffrey Corbis. Γεννηθείς Geoffrey Weglarz, άλλαξε το όνομά του από απελπισία.
Στις 26 Μαρτίου του 2013 ο κύριος Weglarz αγόρασε ένα σάντουϊτς από τα McDonalds. Αργότερα επέστρεψε όμως για να παραπονεθεί ότι του δόθηκε λάθος σάντουϊτς. Ολοκλήρωσε το ξέσπασμά του εκσφενδονίζοντας το σάντουϊτς σε μια έγκυο υπάλληλο του McDonalds. Το συμβάν αυτό βιντεοσκοπήθηκε. Το βίντεο έγινε viral.
Η επακόλουθη κάλυψη του συμβάντος από τα ΜΜΕ εξασφάλισε ότι ο Weglarz θα ήταν πάντα συνδεδεμένος με αυτό το συμβάν. Αφού ξόδεψεόλα τα χρήματα από το συνταξιοδοτικό του, τις οικονομίες και τα επιδόματα ανεργίας του, βρέθηκε σε εξαιρετικά επισφαλή οικονομική κατάσταση. Η αναπόφευκτη εμφάνιση του ξεσπάσματός του στα McDonalds σε οποιαδήποτε αναζήτηση του ονόματός του στο διαδίκτυο εξάλειψε κάθε ενδεχόμενη προοπτική απασχόλησης.
Στην απελπισία του, προσπάθησε να αλλάξει το επίθετό του σε Corbis. Αυτό όμως δεν ήταν αρκετό. Πέντε χρόνια αργότερα, η περιπέτεια αυτή τελείωσε με τον θάνατό του με δηλητήριο σε έναν δρόμο του Μανχάταν. Η ζωή του Weglarz δεν ήταν η μόνη που χάθηκε από διαδικτυακή φήμη.
Το θέμα αυτό συζητήθηκε στην Ιταλία, όταν μια νεαρή γυναίκα κρεμάστηκε κοντά στη Νάπολη. Υπήρξε η πρωταγωνίστρια ένος σεξουαλικού video που έγινε viral. Όπως ο Weglarz, δεν άντεξε τη ντροπή και τη ταπείνωση. Η μετακόμισή της δεν βοήθησε. Ούτε και ο χρόνος. Ενώ κέρδισε μια νομική μάχη, έπρεπε να πληρώσει 25.000 δολάρια σε δικαστικά έξοδα. Η ταλαιπωρία αποδείχθηκε ακατανίκητη. Τελικά, επέλεξε τον ίδιο δρομο με τον Weglarz.
Οι δύο αυτοί τραγικοί θάνατοι φέρνουν στην επιφάνεια ένα πρόβλημα των social media, με το οποίο τώρα ο νόμος ξεκινά να αγανακτεί: σε μια εποχή, όπου μια απροστάτευτη προσωπική πράξη μπορεί να οδηγήσει σε παγκόσμια φήμη, τι μπορεί να κάνει ο νόμος; Στις ΗΠΑ, η απάντηση θα ήταν επιφανειακά εύκολη: τίποτα. Η Πρώτη Τροπολογία απαγορεύει από τα δικαστήρια και την κυβέρνηση να παρεμποδίσουν την ελευθερία του λόγου.
Η ΕΕ έχει μια αντίθετη προσέγγιση. Τον Μάϊο του 2014, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκης Ένωσης δίκασε την υπόθεση της Google Ισπανίας ενάντια στην AEPD και τον Mario Costeja Gonzalez. Ο Consteja υπογράμμισε ότι ένα απερίσκεπτο δημόσιο παραλήρημα δεν θα καταδίωκε απαραίτητα κάποιον για το υπόλοιπο της ζωής του. Ο Costeja θέσπισε το πλαίσιο, επιτρέποντας σε άτομα να μπορούν να ζητήσουν απ’τις μηχανές αναζήτησης να αφαιρέσουν αποτελέσματα που περιέχουν το όνομά τους.
Αντίθετα με την επικρατούσα αντίληψη, τέτοιες αιτήσεις δεν γίνονται αυτόματα αποδεκτές. Αντιθέτως, τα δικαστήρια χρησιμοποιούν ένα ισορροποιητικό τεστ. Αξιολογούν εάν το ενδιαφέρον του ατόμου για την αφαίρεση του υλικού υπερισχύει του δημόσιου ενδιαφέροντος να έχει πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες. Ο Costeja επέμεινε ότι τα δικαιώματα προσωπικού απορρήτου ενός ατόμου πρέπει να υπερισχύουν του «ενδιαφέροντος του κοινού να βρει αυτές τις πληροφορίες με μια αναζήτηση που να σχετίζεται με το όνομα του υποκειμένου των πληροφοριών.»
Το δικαίωμα παραγραφής έγκειται στην αρχή ότι, μετά από μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο, οι πράξεις στιγματισμού κάποιου πρέπει να παραγραφούν, ώστε το άτομο να μπορεί να αναζητήσει εργασία ή και άλλες ευκαιρίες.
Εκ πρώτης όψεως, αυτό φαντάζει «εξωγήϊνο» στις ΗΠΑ. Όμως, μια έρευνα του Adweek έδειξε ότι το 90% των Αμερικάνων θα ήταν υπέρ ενός τέτοιου δικαιώματος. Επιπροσθέτως, η FTC (Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου των ΗΠΑ) έχει αντιμετωπίσει επίσημες καταγγελίες που αιτούνται της νομιμοποίησης ενός τέτοιου δικαιώματος στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ενώ οι συνταγματικοί περιορισμοί θα παρεμποδίσουν συλλήβδην αυτό το ευρωπαϊκό στυλ, ενδέχεται να είναι διαθέσιμη κάποια έννομη προστασία. Η Πρώτη Τροπολογία δεν έχει αποκλείσει ποτέ όλοκληρο τον κανονισμό. Για παράδειγμα, οι ανήλικοι και το απόρρητο της εθνικής ασφάλειας τυγχάνουν ορισμένης προστασίας. Και η ήδη υπάρχουσα νομοθεσία, όπως o Νόμος για την Διαγραφή των Ανηλίκων απ’το Διαδίκτυο στη Καλιφόρνια, ο Νόμος για την Προστασία των Δεδομένων Ανηλίκων στο Διαδίκτυο, ο Νόμος Gramm-Leach-Bliley, ο Νόμος για την Προστασία των Διαδικτυακών Επικοινωνιών, HIPAA, FCRA και ο Νόμος για την Ηλεκτρονική Απάτη και Κατάχρηση περιέχουν διατάξεις που προσφέρουν περιορισμένες εκδοχές του «Δικαιώματος Παραγραφής».
Φαίνεται ότι υπάρχει μια αυξανόμενη αναγνώριση ότι, σε μια εποχή όπου τα κινητά και οι κάμερες παρακολούθησης είναι πανταχού παρών, πολλοί άνθρωποι βρίσκονται διαρκώς μια μέρα μακριά από μία αέναη ατίμωση. Ο Jon Ronson, συγγραφέας του βιβλίου “So You’ve Been Publicly Shamed”, έχει πάρει συνέντευξη από πολλούς ανθρώπους που κατέστρεψαν τη ζωή τους εξαιτίας ενός απερίσκεπτου δημοσιεύματος ή πειράγματος που έγινε viral. Λέει: «Οι άνθρωποι που γνώρισαν ήταν κατά κύριο λόγο άνεργοι, οι οποίοι απολύθηκαν για τις παρανομίες τους, και ήταν κατά κάποιον τρόπο κατεστραμμένοι, βαθιά σαστισμένοι και με ψυχικό τραύμα.»
Ο Ronson δείχνει ότι τα όρια μεταξύ ψηφιακού και πραγματικού κόσμου γίνονται ολοένα και πιο δυσδιάκριτα. Πράγματι, ποιος θέλει να γίνει γνωστός παγκοσμίως και για πάντα για τη χειρότερή του στιγμή; Έως ότου ο νόμος βρει έναν τρόπο να συμπεριλάβει τα συμφέροντα των «δημοσίως ντροπιασμένων» στην Πρώτη Τροπολογία, ο Geoffrey Weglarz βεβαίως δεν θα είναι το τελευταίο θύμα του δικού του χειρότερου ξεσπάσματος.
*Η μετάφραση έγινε από την Ελπίδα Δαλιέτου, προπτυχιακή φοιτήτρια στο Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας Κέρκυρας. (lawtechnologytoday.org)