Την Τετάρτη, η National Credit Union Administration (NCUA) δήλωσε ότι η Royal Bank of Scotland (RBS) θα πληρώσει 1,1 δισεκατομμύρια δολάρια μετά την υποτιθέμενη πώληση «τοξικών» υποθηκευμένων αξιόγραφων. Σύμφωνα με τη Reuters, αυτή τη στιγμή η RBS ετοιμάζεται να τακτοποιήσει πολλές άλλες υποθέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών που αφορούν πλημμελή χορήγηση ομολόγων. Αυτό διαδέχεται την χρηματοοικονομική κρίση του 2008, στην οποία η NCUA ισχυρίζεται ότι τέτοιου τύπου εταιρείες «συνέβαλαν στην κρίση των επιχειρήσεων». Με αυτόν τον διακανονισμό η RBS δεν παραδέχεται το λάθος της. Ωστόσο προς το παρόν, αντιμετωπίζει 13 ακόμα υποθέσεις με παρόμοιους ισχυρισμούς. Η NCUA ανακοίνωσε ότι εξακολουθεί να καταφεύγει στα δικαστήρια εναντίον άλλων ομάδων για την πώληση αναξιόπιστων υποθηκευμένων αξιόγραφων σε πιστωτικούς συνεταιρισμούς.
Μεγάλοι τραπεζικοί οίκοι έχουν έρθει αντιμέτωποι με πολυάριθμες μηνύσεις όσον αφορά τις επιχειρηματικές τους πρακτικές. Το Δεκέμβρη του 2013, η NCUA έκανε αγωγή κατά της εταιρείας JPMorgan για παρόμοια RMBS προϊόντα, τα οποία πουλήθηκαν από την εταιρεία Bear Stearns. Στη συνέχεια αγοράστηκε από την JPMorgan. Τον Ιούλιο του 2012, η JPMorgan συμφώνησε σε διακανονισμό 100 εκατομμυρίων δολαρίων σε αγωγή που έγινε από πελάτες που διεκδικούσαν παράλογες αμοιβές και αύξηση 3% στις ελάχιστες μηνιαίες πληρωμές από κατόχους πιστωτικών καρτών. Στις αρχές Ιουνίου της ίδιας χρονιάς, δόθηκε άδεια στην εταιρεία να πληρώσει 44,6 εκατομμύρια δολάρια με στόχο να απαλλαγεί από ισχυρισμούς για πρακτικές αθέμιτων προσφορών, για κρατικά και τοπικά, κυβερνητικά, επενδυτικά αξιόγραφα, εις βάρος των φορολογουμένων. Τον διακανονισμό ακολούθησε η συμφωνία της JPMorgan με το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης, υπό τον όρο να πληρώσει 228 εκατομμύρια δολάρια σε ομοσπονδιακές και κρατικές αρχές. Ένα μήνα νωρίτερα είχε συμβιβαστεί επίσης στα 153,6 εκατομμύρια δολάρια, για κατηγορίες απάτης από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, για χειραγωγούντες επενδυτές κατά τη διάρκεια της κρίσης στον στεγαστικό τομέα. Τον Ιούλιο του 2010 η εταιρεία Goldman Sachs, συμφώνησε σε διακανονισμό 550 εκατομμυρίων δολαρίων με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, για να απαλλαγεί από παρόμοιες κατηγορίες.
*μετάφραση από την Βαλεντίνα Κούμουλου, προπτυχιακή φοιτήτρια στο Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας Κέρκυρας (abajournal)