Το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο δημόσιος λόγος συχνά κατακλύζεται απο αναφορές σε ιδέες, σε ιδεολογίες και απο δηλώσεις πίστης και αφοσίωσης σε αυτές. Η κυβερνητική εμπειρία της " Πρώτη φορά Αριστερά " απέδειξε ότι η ιδεολογική συνέπεια δεν είναι δεδομένη. Η ριζοσπαστική αριστερά στην Ελλάδα, της οποίας κυρίαρχος φορέας είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει αποκλίνει απο τις ιδεολογικές αρχές της αλλα και τους ίδιους τους στρατηγικούς της στόχους. Οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ αρνούνται να το παραδεχθούν, με εξαίρεση μερικά πρόσωπα που εξ' αρχής ήθελαν ένα κόμμα , ολίγον έως και πολύ κεντροαριστερό. Βέβαια, το πολυσέλιδο προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ τονίζει ότι στρατηγικός στόχος του κόμματος παραμένει ο σοσιαλισμός! Άραγε, το όχημα μετάβασης στον σοσιαλισμό θα είναι το σκληρό νεοφιλελεύθερο μνημόνιο που συνομολόγησε και κατέστησε σε κυριάρχη πολιτική;
Σχήμα οξύμωρον. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναζητεί την νέα πολιτική και ιδεολογική του ταυτότητα, η οποία βρίσκεται στις παρυφές της σοσιαλδημοκρατίας.
Η 12η Ιουλίου ανέτρεψε τα δεδομένα, έσβησε τις ελπίδες των αφοσιωμένων ριζοσπαστών, διέψευσε προσδοκίες και αναίρεσε τον " παλαιό καλό αριστερό εαυτό" του Αλέξη Τσίπρα. Όλα τα συνταρακτικά γεγονότα του προηγούμενου διαστήματος -ειδικότερα του πρώτου επταμήνου του 2015- θα μείνουν στην ιστορία, όχι μόνον για τον αντίκτυπό τους στην κοινωνική ζωή της χώρας, αλλά και για την ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών.
Με την εγκατάλειψη της ριζοσπαστικών ιδεών, της στάσης κριτικής και αμφισβήτησης του ίδιου του ευρωπαικού οικοδομήματος, ο ΣΥΡΙΖΑ μετεξελίσσεται σε ένα κλασσικό κόμμα της Κεντροαριστεράς. Αν όχι αμιγώς σοσιαλδημοκρατικός, ενσωματώνει τα χαρακτηριστικά ενός συστημικού κόμματος και υιοθετεί μια ήπια αλλά συνάμα εναλλακτική εκδοχή της σοσιαλδημοκρατίας. Σε κάθε περίπτωση, τίποτα δεν θυμίζει τον παλαιό ΣΥΡΙΖΑ, στον οποίον "χωρούσαν" και αντιλήψεις της επαναστατικής αριστεράς.
Η πολιτική μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ έχει περάσει τα σύνορα της Ελλάδας και το μύνημα εστάλη στην Βόρεια Ευρώπη. Η επίσκεψη του Φ.Ολάντ στην Αθήνα, εκτός απο την εμβάθυνση των διμερών σχέσεων Ελλάδας-Γαλλίας, την συνεργασία σε επιμέρους τομείς σηματοδοτεί την μελλοντική συμπόρευση των δυνάμεων της Ευρωπαικής Αριστεράς με αυτές της Ευρωπαικής Σοσιαλδημοκρατίας. Η ελληνογαλλική προσέγγιση και η αλληλοεκτίμηση Ολάντ-Τσίπρα είναι το εναρκτήριο λάκτισμα για την δημιουργία μιας πλατιάς συμμαχίας αυτών των δυνάμεων. Τούτο προοιωνίζει ότι και οι υπόλοιποι αντισυμβατικοί πολιτικοί αρχηγοί των κομμάτων της European Left, ακόμα και αν αναλάβουν την διακυβέρνηση θα προσχωρήσουν στον πολιτικό ρεαλισμό, ακολουθώντας το παράδειγμα του Α. Τσίπρα, του άλλοτε αντιδραστικού, αντιμνημονιακού αρχηγού. Δεν αποκλείεται και ο δημοφιλής Πάμπλο Ινγκλέσιας των Podemos, σε περίπτωση που κερδίσει τις εκλογές στην Ισπανία, να έχει την ίδια εξέλιξη.
Ένα σημαντικό τμήμα της Ευρωπαικής Αριστερας θα απορροφηθεί απο την Ευρωπαική Σοσιαλδημοκρατίας, στο πλαίσιο μιας πανευρωπαικής συμμαχίας που θα προτάξει μια εναλλακτική πολιτική επιλογή στρατηγικής για την Ευρωζώνη. Στην Ελλάδα, ο Α.Τσίπρας έχει ήδη απευθύνει κάλεσμα προς τις "προοδευτικές δυνάμεις", εννοώντας ΠΑΣΟΚ και ΠΟΤΑΜΙ.
Η στροφή του Α.Τσίπρα στα κεντροαριστερά μπορεί να σχολιαστεί ποικιλοτρόπως. Το μόνο σίγουρο είναι οτι η επαφή με την αποκαλούμενη "πραγματικότητα" εξαφάνισε όλα τα αριστερά, επαναστατικά αντανακλαστικά του. Προδοσία ιδεών ή επιλογή έκτακτης ανάγκης;
Η νύχτα της 12ης Ιουλίου και τα όσα ακολούθησαν επιβεβαίωσαν ότι οι πολιτικοί αλλα σκέπτονται, αλλα πιστεύουν και άλλα πράττουν. Αν αφαιρέσει κανείς τις ετικέτες Αριστερά-Δεξιά διακρίνει την ίδια επιχειρηματολογία, την παρόμοια πολιτική πρακτική και τα παρόμοια σφάλματα. Ελάχιστες οι διαφορές και προερχόμενες απο την εκπροσώπηση συγκρουόμενων ομάδων συμφερόντων(οικονομικών ελίτ, συνδικαλιστών κτλπά). Η κοινωνία των πολιτών αποτελεί πάντα το εξιλαστήριο θύμα, ενω παράλληλα δεν εκπροσωπείται πραγματικά αλλα υποαντιπροσωπεύευται.
Άραγε η εγκατάλειψη των ιδεών είναι σύμπτωμα των καιρών ή ενος προβληματικού πολιτικού συστήματος;
Μάλλον το πρώτο φανερώνει τα αρνητικά του δεύτερου, ενός συστήματος στο οποίο άλλοι αποφασίζουν για λογαριασμό μας, χωρίς να ελέγχονται και να λογοδοτούν ενώπιον μας.