Σε μια από τις πιο ασταθείς περιόδους στην νεότερη πολιτική ιστορία της Ελλάδας, με κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα την πολιτική παράνοια, η κατά δήλωση αριστερή κυβέρνηση εξακολουθεί να αθετεί τις προεκλογικές της δεσμεύσεις και να εγκαταλείπει τις προγραμματικές της αρχές.
Η οβιδιακή μεταμόρφωση του πολιτικού υποκειμένου ΣΥΡΙΖΑ, ξεφεύγει των ορίων της παραδοσιακής Σοσιαλδημοκρατίας. Η <<Συριζαία Αριστερά>> εναγκαλίζεται με τις πιο σκληρές-αντικοινωνικές επιδιώξεις του νεοφιλευθερισμού. Ώστε εύστοχα ο καθηγητής Γεώργιος Κοντογιώργης την αποκαλεί <<Νέα Δεξιά>>. Η σκληρά διαπραγματευόμενη κυβέρνηση αποδέχθηκε, σχεδόν αδιαμαρτύρητα, την άνευ όρων υπαγωγή της σύνολης κρατικής περιουσίας στο αιώνιο υπερ-ταμείο αποκρατικοποιήσεων. Με την ίδια άνεση αποδέχθηκε τον <<αυτόματο κόφτη>> δημοσίων δαπανών, ο οποίος θα τίθεται σε εφαρμογή, χωρίς να απαιτείται προηγουμένως η έγκριση του κοινοβουλίου..
Ούτε ο πιο ευφάνταστος σεναριογράφος ή ο πιο ικανός προφήτης δεν θα ανέμενε πως μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, ένα κόμμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς θα εξελίσσονταν στον πιο πιστό υπηρέτη του νεοφιλελευθερίσμου και των διεθνών κεφαλαιαγορών. Τούτο δεν παρατηρείται μόνον σε επίπεδο πολιτικής πρακτικής αλλά και σε επίπεδο πολιτικού λόγου.
Η μέχρι πρότινος πολιτική <<κυριαρχία>> του Αλέξη Τσίπρα φθίνει, κάτι το οποίο αποτυπώνεται και δημοσκοπικά. Μια σημαντική μερίδα συμπολιτών μας, όντας προδομένοι από την μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ και υφιστάμενοι τις δραματικές συνέπειες των υφεσιακών μέτρων, στηρίζουν τις ελπίδες τους στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη, βλέποντας την ΝΔ ώς την μόνη εναλλακτική.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιχειρώντας την εσωτερική ανασυγκρότηση του κόμματος και χαράσσοντας το κυβερνητικό πλάνο της ΝΔ, ζητά επίμονα εκλογές και δηλώνει πανέτοιμος να αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας. Πόλλοι σπεύδουν να τον συγκρατήσουν και όχι αδίκως. Ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης καλείται να υπερβεί πόλλα εμπόδια που συσχετίζονται τόσο με την πορεία της χώρας, όσο και με το εσωτερικό της κεντροδεξιάς.
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε μια φάση δημοσιονομικού εκτροχιασμού και η παρούσα κυβέρνηση έχει αναλάβει δεσμεύσεις που θα ταλανίζουν την χώρα για τα επόμενα χρόνια. Εάν ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας θα κληρονομήσει μια χαοτική κατάσταση, την οποία δεν θα μπορέσει να διαχειριστεί. Σε αυτήν την περίπτωση, θα κληθεί να αναλάβει το πολιτικό κόστος των δυσμενών αποφάσεων της παρούσας κυβέρνησης και θα βρεθεί αντιμέτωπος με μεγάλες κοινωνικές αντιδράσεις.
Όσον αφορά τα ενδότερα της κεντροδεξιάς, ο χώρος μοιάζει πολυδιασπασμένος με πολλά νεοσύστατα κόμματα, δεξιά της ΝΔ(Νέα Δεξιά-Φαήλος Κρανιδιώτης, Εθνική Ενότητα Καρατζαφέρης) , τα όποια στοχεύουν σε νύν και πρώην ψηφοφόρους της παράταξης.
Επιπρόσθετα, οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν οτι η ΝΔ δεν δύναται να σχηματίζει αυτοδύναμη κυβέρνηση και ως εκ τούτου θα αναγκαστεί να συνεργαστεί με τις άλλες δυνάμεις του επονομαζόμενου ευρωπαϊκού τόξου (ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ, ΕΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΩΩΝ). Αν, όμως, κάποιος συγκαταλέξει και τον ΣΎΡΙΖΑ στις λεγόμενες ευρωπαϊκές δυνάμεις, μπορεί να αποκλειστεί μια ευρύτερη συνεργασία και η συγκρότηση μιας <<οικουμενικής>> ή <<μεταβατικής>> κυβέρνησης;.
ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία δεν τολμούν να διακηρύξουν ούτε προγραμματικά τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στην λειτουργία του κράτους και του πολιτικού συστήματος. Η συνταγματική αναθεώρηση, η ανανέωση της σχέσης κοινωνίας-πολιτικής, η αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης είναι μερικές απο τις μεταρρυθμίσεις που μπορούν να σταθούν ως ισοδύναμα μέτρα προκειμένου να αρθούν οι δυσμενείς όροι της ισχύουσας δανειακής σύμβασης. Οι συνθήκες θα καταστήσουν αναπόφευκτη την συγκρότηση μιας μεταβατικής, οικουμενικής κυβέρνησης, απαρτιζόμενης από μη πολιτικά πρόσωπα, με σκοπό την επάνοδο στην ομαλότητα μέσω της εκκαθάρισης του ελληνικού πολιτικού συστήματος.
Εάν ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η ΝΔ αποφασίσουν να συγκρουστούν με τον ίδιο τους τον εαυτό και θέσουν ως στόχο την άρση των παθογενειών, τότε τα δεδομένα αλλάζουν. Εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του Κυριάκου Μητσοτάκη , να αποδείξει το έαν όντως είναι μεταρρυθμιστής και πολιτικά γενναίος, ώστε να επέλθει η εκ των έσω εκκαθάριση του ελληνικού πολιτικού συστήματος.
Επανερχόμενοι στο αρχικό μας ερώτημα: Ποια η εναλλακτική; Η όποια πολιτική δύναμη τολμήσει την ανανέωση του ελληνικού πολιτικού συστήματος, υπερβαίνοντας τις διχαστικές ετικέτες και τα τεχνητά διλήμματα που δηλητηρίαζαν επι χρόνια την πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας.