Συνέντευξη του Προέδρου της ΕΔΕ Χριστόφορου Σεβαστίδη στην Presspublica

Η συστηματική και διαχρονική απαξίωση της Δικαιοσύνης από τους Έλληνες πολιτικούς έστρωσε το χαλί για τις υποδείξεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην εκκρεμή υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ για το έλλειμμα την περίοδο 2010-2015.

Αυτό επισημαίνει ο πρόεδρος Πρωτοδικών Χριστόφορος Σεβαστίδης στην πρώτη συνέντευξή του στο Press Publica μετά την ανάδειξή του ως επικεφαλής της μεγαλύτερης συνδικαλιστικής ένωσης στο χώρο της Δικαιοσύνης, της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ).

Χαρακτηρίζει ωμή παρέμβαση στα εσωτερικά ενός κράτους μέλους τις δηλώσεις εκπροσώπων της Κομισιόν ότι δεν παραποιήθηκαν τα στοιχεία για το έλλειμμα και μιλά ανοιχτά για προσπάθεια χειραγώγησης των δικαστικών αρχών.

Ουσιαστικά,  σύμφωνα με τον κ.Σεβαστίδη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί την κυβέρνηση να παρέμβει εξωθεσμικά στη Δικαιοσύνη για να προστατεύσει την ΕΛΣΤΑΤ και το προσωπικό της από την κατηγορία ότι αλλοίωσαν τα δεδομένα.

Ο πρόεδρος της ΕΔΕ επισημαίνει την ευκολία με την οποία οι πολιτικοί εκτοξεύουν  κατηγορίες όταν οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης δεν τους είναι αρεστές. Μάλιστα αφήνει αιχμές για τον  τρόπο με τον οποίο εκμεταλλεύονται την βουλευτική ασυλία που την χρησιμοποιούν ως «αδιαπέραστη ασπίδα προστασίας».

Θεωρεί ότι πρέπει να καταργηθεί το καθεστώς επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης από το υπουργικό συμβούλιο, ως διασφάλιση μεγαλύτερης ανεξαρτησίας των δικαστών.

Όπως λέει χαρακτηριστικά  «η Δικαιοσύνη για να είναι πραγματικά ανεξάρτητη πρέπει να μένει έξω από πολιτικούς σχεδιασμούς».

Για τον ίδιο λόγο επιμένει στην πρότασή του ότι πρέπει να αποκλείονται οι συνταξιούχοι δικαστές και εισαγγελείς από την κατάληψη δημοσίων αξιωμάτων (πχ Ανεξάρτητες Αρχές) για ένα χρονικό διάστημα 3 ετών μετά την συνταξιοδότησή τους.

Παράλληλα, επιχειρεί να διασκεδάσει την εντύπωση «Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει» όταν οι ίδιοι οι δικαστές αποφασίζουν ευνοϊκά  για τα μισθολογικά τους.

«Οι Δικαστές όταν θίγονται ως μισθωτοί –γιατί ο μισθός είναι η μοναδική πηγή εισοδήματος- θα πρέπει να μένουν απροστάτευτοι; Να αρκούνται σε ό,τι θέλει να τους δώσει η Πολιτεία και να μην διεκδικούν την οικονομική τους ανεξαρτησία;» ρωτά ρητορικά.

Και συμπληρώνει:

« Πολύ βολική μια τέτοια απάντηση για όσους επιθυμούν δικαστές εξαρτημένους».

Θυμίζει τις αποφάσεις των δικαστηρίων που έχουν κρίνει τα τελευταία χρόνια αντισυνταγματικές τις μειώσεις των αποδοχών των ένστολων, τις μειώσεις στις συντάξεις και αυτές που ρυθμίζουν τα χρέη των υπερχρεωμένων νοικοκυριών απέναντι στις τράπεζες.

Απορρίπτει τον κοινωνικό αυτοματισμό και κρίνει ότι η διαφύλαξη των εργασιακών και οικονομικών συμφερόντων των εργαζομένων θελει αγώνα.

Aκολουθεί η συνέντευξη:

-Επιλέξατε  να μην αφήσετε ασχολίαστη την παρέμβαση της Κομισιόν για την ΕΛΣΤΑΤ  και μάλιστα να εκφράσετε με έντονο τρόπο την αντίθεσή σας. Τι σας έκανε με κινηθείτε με αυτόν τον τρόπο;

– Από την πρώτη στιγμή που αναλάβαμε τα καθήκοντά μας ως νέο Προεδρείο τον περασμένο Μάιο βάλαμε σαν προτεραιότητα την έμπρακτη προάσπιση του κύρους της Δικαιοσύνης και των Λειτουργών της. Παρακολουθούμε στενά όλες τις εξελίξεις στο χώρο μας και οφείλουμε με τις ανακοινώσεις και τις παρεμβάσεις μας να ενημερώνουμε όσο πιο απλά μπορούμε την κοινή γνώμη, ώστε να έχει μια αντικειμενική και πλήρη άποψη για ζητήματα που πολλές φορές στο παρελθόν έμεναν νεφελώδη, αφού απαιτούσαν εξειδικευμένη νομική γνώση. Πριν λίγες ημέρες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με δηλώσεις 3 επιτρόπων της, γνωρίζοντας ότι υπάρχει εκκρεμής δικαστική διαδικασία στην υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ, κάλεσε τις ελληνικές αρχές «να αντιμετωπίσουν ενεργά και δημόσια την εσφαλμένη εντύπωση ότι τα δεδομένα υπέστησαν παραποίηση κατά την περίοδο 2010-2015 και να προστατεύσουν την ΕΛΣΤΑΤ και το προσωπικό της από παρόμοιους αβάσιμους ισχυρισμούς».  Πώς θα μπορούσαν οι ελληνικές αρχές να αντιμετωπίσουν την κατά την άποψη της Επιτροπής εσφαλμένη εντύπωση και πως θα μπορέσουν να προστατεύσουν το προσωπικό της ΕΛΣΤΑΤ, εκτός από εξωθεσμικές παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη; Πρόκειται για ωμή παρέμβαση στα εσωτερικά ενός κράτους – μέλους και μάλιστα επιχειρώντας να χειραγωγήσουν τις δικαστικές αρχές. Είπαμε στην ανακοίνωσή μας ότι τέτοιου είδους παρεμβάσεις και υποδείξεις δεν δεχόμαστε από κανέναν και ότι οι επιφορτισμένοι με την υπόθεση Δικαστές και Εισαγγελείς θα κάνουν το καθήκον τους σύμφωνα με το νόμο και τη συνείδησή τους.

 -Λέτε στην ανακοίνωσή σας ότι η επίκληση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης από πολιτικούς δεν μπορεί να γίνεται αλά καρτ. Για ποιους χτυπάει η καμπάνα;

-Οι πολιτικοί και τα πολιτικά κόμματα στη Χώρα επικαλούνται συνήθως την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης όταν οι αποφάσεις της τους βολεύουν τη δεδομένη χρονική στιγμή. Όταν δεν τους είναι αρεστές μιλάνε για διεφθαρμένους δικαστές, για παραδικαστικά κυκλώματα, για κατευθυνόμενη Δικαιοσύνη και όποια άλλη κατηγορία μπορεί εύκολα να βρει ευήκοα ώτα. Γνωρίζουν ότι οι κατηγορίες δεν είναι αναγκαίο να είναι και αληθινές, ούτε πρέπει να τις αποδείξουν, αφού η βουλευτική ασυλία είναι αδιαπέραστη ασπίδα προστασίας. Οι θεωρίες συνομωσίας και τα σκοτεινά σενάρια των κινήτρων είναι μεν ενδιαφέρον θέμα για να περνάει κανείς την ώρα του, αλλά αποκαρδιώνουν και απογοητεύουν πολλούς δικαστές που κάνοντας την δουλειά τους, όπως έχουν συνταγματικό καθήκον, βρίσκονται στην δυσάρεστη θέση του απολογούμενου. Δε νομίζω ότι έχει συνειδητοποιήσει κανείς ακόμα ότι με το να συκοφαντείται αστήρικτα ένας θεσμός, που κύρια αποστολή του είναι ακριβώς να προστατεύει τους αδύναμους πολίτες απέναντι σε οποιαδήποτε εξουσία (κρατική, ιδιωτική), αυτός που τελικά βλάπτεται δεν είναι ο ισχυρός αλλά ο αδύναμος.  Η απόπειρα παρέμβασης έτσι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε δικαστικές διαδικασίες είναι απόρροια της συστηματικής και διαχρονικής απαξίωσης της Ελληνικής Δικαιοσύνης από τους Έλληνες πολιτικούς που τώρα την επικαλούνται.

-Εκτός από τις δηλώσεις πολιτικών μήπως και οι χειρισμοί των ίδιων των δικαστικών λειτουργών οδηγούν στην αμφισβήτηση της δικαιοσύνης;

-Ας ξεκινήσουμε με την παραδοχή ότι το δικαστικό έργο, ως έργο ανθρώπινο, θα έχει και λάθη και παραλείψεις και καθυστερήσεις. Για το λόγο αυτό έχουν προβλεφθεί σε όλα τα νομικά συστήματα δύο βαθμοί δικαιοδοσίας ώστε να μπορεί ο πολίτης που θεωρεί ότι αδικήθηκε να προσφύγει σε ανώτερο δικαστήριο. Αυτά τα λάθη λοιπόν που είναι αναπόφευκτα και τα παραδεχόμαστε σε ένα γενικό και αφηρημένο επίπεδο, δεν μπορούμε να τα αποδεχτούμε σε ατομικό επίπεδο, όταν δηλαδή αφορούν την ιδιαίτερη υπόθεση του καθενός. Η αμφισβήτηση ξεκινάει από ‘κει. Δίπλα σ’ αυτήν έρχεται και η κρίση για υποθέσεις με δημόσιο ενδιαφέρον, που γίνεται από δημοσιογράφους και πολιτικούς και η οποία ως επί το πλείστον είναι –είτε συνειδητά είτε από ελλιπή ενημέρωση- λανθασμένη. Γιατί το να κάνει κανείς κριτική σε υπόθεση την οποία δεν γνωρίζει με λεπτομέρειες ούτε έχει μελετήσει τα νομικά επιχειρήματα είναι μια εντελώς επιπόλαιη και ανεύθυνη πράξη. Η νομική είναι επιστήμη και η προσέγγιση των νομικών ζητημάτων δεν μπορεί να γίνεται με καφενειακού τύπου επιχειρήματα. Οι δικαστές δεν έχουν τη δυνατότητα να υπερασπιστούν δημόσια τη γνώμη τους πάνω σε συγκεκριμένη υπόθεση, ενώ οι ανακοινώσεις των Δικαστικών Ενώσεων είναι εξ αντικειμένου γενικόλογες, αφού δεν μπορούν, ούτε δικαιούνται να λαμβάνουν θέση σε νομική διαφορά.

– Με αφορμή την επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση  στο επίκεντρο των αλλαγών θα βρεθεί και το σύστημα επιλογής της ηγεσίας της δικαιοσύνης. Εσείς τι προτείνετε και ποια άλλα μέτρα πρέπει να ληφθούν για την ενίσχυση της ανεξαρτησίας των δικαστών;

-Θα σας εκφράσω την προσωπική μου άποψη αφού μέχρι σήμερα δεν έχουν τοποθετηθεί επίσημα για το ζήτημα αυτό οι Δικαστικές Ενώσεις. Υπήρξε και στο παρελθόν συζήτηση για τον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, που με το ισχύον Σύνταγμα γίνεται από την Κυβέρνηση. Κατατέθηκαν διάφορες προτάσεις που έχουν ως κεντρική ιδέα την προεπιλογή ενός αριθμού ανώτατων δικαστών από τους ίδιους τους συναδέλφους τους και στη συνέχεια η τελική επιλογή να γίνεται είτε από την Κυβέρνηση, είτε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, είτε από ένα άλλο μικτό Σώμα. Πέρα από τον καθορισμό του μοντέλου που θα προκριθεί, αυτό που έχει κυρίως σημασία είναι ότι έχει γίνει πανδικαστικό πλέον αίτημα η αλλαγή του τρόπου επιλογής της ηγεσίας. Η Δικαιοσύνη για να είναι πραγματικά ανεξάρτητη πρέπει να μένει έξω από πολιτικούς σχεδιασμούς και συγκυρίες, χωρίς να αμφισβητεί κανείς το γεγονός ότι υπήρξαν αρκετοί Πρόεδροι και Εισαγγελείς Ανωτάτων Δικαστηρίων που λειτούργησαν υποδειγματικά. Σε νομοθετικό επίπεδο και πέρα από την συνταγματική αναθεώρηση έχω καταθέσει και στο παρελθόν την πρόταση να αποκλείονται συνταξιούχοι δικαστές και εισαγγελείς από την κατάληψη δημοσίων αξιωμάτων (πχ Ανεξάρτητες Αρχές) για ένα χρονικό διάστημα 3 ετών μετά την συνταξιοδότησή τους. Η υιοθέτηση μιας τέτοιας πρότασης νομίζω θα απομακρύνει οποιαδήποτε σκέψη για αλληλεξάρτηση δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας. Είναι ένα θέμα το οποίο θα το εξετάσουμε κάποια στιγμή στο Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης.

– Η οικονομική κρίση έχει φτωχοποιήσει τους Έλληνες, ήρθαν νέες μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις αλλά οι δικαστές κρίνουν παράνομες τις δικές τους μειώσεις αποδοχών.

– Είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για να σας πω ότι το 2012 οι μισθοί των δικαστών περικόπηκαν συνολικά κατά 60% και ότι με τις αποφάσεις του Μισθοδικείου που ακολούθησαν επανήλθαμε στις αρχικές μειώσεις (προ του 2012) που ανέρχονται σε ποσοστό άνω του 30% σε σχέση με το 2009. Βρεθήκαμε δηλαδή στο ίδιο ποσοστό μειώσεων των μισθών μας με οποιονδήποτε άλλο αμείβεται από το Δημόσιο. Έχουμε επίσης επαναλάβει πολλές φορές ότι οι δικαστές δεν κρίνουν τις δικές τους μισθολογικές υποθέσεις, αλλά ένα Ειδικό Δικαστήριο στο οποίο την πλειοψηφία έχουν μη δικαστές. Τα Δικαστήρια έχουν κρίνει τα τελευταία χρόνια αντισυνταγματικές τις μειώσεις των αποδοχών των ένστολων, τις μειώσεις στις συντάξεις, ενώ χιλιάδες είναι οι δικαστικές αποφάσεις που ρυθμίζουν τα χρέη των υπερχρεωμένων νοικοκυριών απέναντι στις τράπεζες. Οι ίδιοι οι Δικαστές όταν θίγονται ως μισθωτοί –γιατί ο μισθός είναι η μοναδική πηγή εισοδήματος- θα πρέπει να μένουν απροστάτευτοι; Να αρκούνται σε ό,τι θέλει να τους δώσει η Πολιτεία και να μην διεκδικούν την οικονομική τους ανεξαρτησία; Πολύ βολική μια τέτοια απάντηση για όσους επιθυμούν δικαστές εξαρτημένους. Θυμίζω μόνο ότι σε πολλά Συντάγματα αλλά και σε διάφορα διεθνή νομοθετικά κείμενα, απαγορεύονται οι μειώσεις των μισθών των δικαστών, γιατί έχουν συνδεθεί οι αποδοχές τους με την εγγύηση της δικαστικής ανεξαρτησίας και της ποιότητας του δικαιοδοτικού τους έργου.  Γνωρίζω ότι από την απάντησή μου μπορεί να μην έχουν πειστεί ορισμένοι. Ο κοινωνικός αυτοματισμός λειτουργεί στην Ελλάδα στον υπέρτατο βαθμό. Η διαφύλαξη των εργασιακών και οικονομικών συμφερόντων των εργαζομένων, που είναι συνταγματικό τους δικαίωμα, είναι πιο δύσκολη δουλειά και θέλει αγώνα, ενώ ευκολότερα αποδέχεται κανείς τη δυστυχία του όταν γνωρίζει ότι και οι άλλοι δυστυχούν το ίδιο μ’ αυτόν.

Συνέντευξη της δημοσιογράφου Βάνας Φωτοπούλου, presspublica.gr

Ειρήνη Καράσαββα

Μην περιμένεις το σύμπαν να σου προσφέρει ο τι επιθυμείς. Να εργάζεσαι καθημερινά για το σκοπό αυτό. Είναι δέλεαρ από μόνο του.

Leave a reply