Ανάπτυξη. Ανάπτυξη. Ανάπτυξη.
Αυτή η περίεργη λέξη βρίσκεται σε κάθε προεκλογικό λόγο κάθε πολιτικού από το 2009 (και από πιο πριν). Σε κάθε συζήτηση στο καφενείο. Είτε είναι πράσινη, είναι κόκκινη, είτε είναι μπλε, φαίνεται πως αυτή είναι ο στόχος. «Θύμα» της ανάπτυξης είναι τα έσοδα των μισθωτών, τα έσοδα των εταιριών και των ελεύθερων επαγγελματιών, με το κράτος να αποσπά τη μερίδα του λέοντος.
Παράλληλα το απίθανο είναι ότι κάθε φορέας (κυβερνητικός και μη) ευαγγελίζεται πως στηρίζει την επιχειρηματικότητα, πως δήθεν «δρά» για να τονώσει την ρευστότητα στην αγορά και πάντα όλοι ( μα όλοι) προωθούν την ελάφρυνση των βαρών των μικροεπαγγελματιών που είναι «η ραχοκοκαλιά της οικονομίας».
Για να δούμε τι κάνουμε στην ραχοκοκαλιά μας.
Πάνω από το 85% των εισπράξεων δεν πάει στον επιχειρηματία.
Φανταστείτε ότι έχετε ένα μαγαζί, αγοράζετε τα προϊόντα σας με 0,25 λεπτά (25% δαπάνες) και τα πουλάτε 1 ευρώ ( 4 φορές το κόστος). Επειδή πεινάω και λίγο ας πούμε ότι τα προϊόντα σας είναι σουβλάκια και τα πουλάτε με το κομμάτι. Πάνω στο 1 ευρώ που εισπράττεται το 23% είναι ΦΠΑ (0,23 λεπτά) και το 26% είναι φόρος εισοδήματος (0,26 λεπτά). Το 13,5% περίπου είναι ασφαλιστικές εισφορές (13,5 λεπτά). Το κράτος ήδη έχει πάρει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο το 62,5% περίπου από την πώληση του σουβλακίου, χωρίς να χρειαστεί να κάνει καμιά εργασία, να μην πάρει κανένα ρίσκο και χωρίς να προσφέρει καμία ευεργεσία. Μην ξεχνάμε πως για να συνεχίσετε να δουλεύετε πρέπει να φυλάξετε άλλα 25 λεπτά για να πάρετε άλλο ένα σουβλάκι ώστε να το πουλήσετε αύριο. Και σας μένουν περίπου 12 λεπτά από την πώληση που κάνατε. Με αυτά τα 12 λεπτά ( το 12% των εισπράξεων σας) θα πρέπει να πληρώσετε ρεύμα, να πληρώσετε υπαλλήλους, τις ασφαλιστικές εισφορές τους, να πληρώσετε νοίκι, να πληρώσετε πρόστιμα, να πληρώσετε άδεια από μουσικά όργανα ( βέβαια δεν χρειάζεται πια άδεια αν έχετε τηλεόραση ή ραδιόφωνο), λογιστές, δικηγόρους κτλ κτλ . Και θυμηθείτε, εσείς πήρατε το ρίσκο, εσείς τραβήξατε την ταλαιπωρία, εσείς θα χάσετε αν κάψετε το σουβλάκι ή οι πελάτες φύγουν χωρίς να πληρώσουν. Δεν θα χάσει το κράτος. Το κράτος θα είναι εκεί μόνο όταν εισπράττετε.
Φορο-αρπαγη.
Καταρχήν φορολογείστε από το πρώτο ευρώ. Δεν θεωρούμε δηλαδή ότι χρειάζεστε κάποια χρήματα για να ζήσετε. Δεν ισχύει για εσάς η έκπτωση με την προσκόμιση αποδείξεων.
Το κράτος παίρνει 55% (100% σε λίγο) ως προκαταβολή επί του φόρου της χρήσεως. Οι συναλλαγές σας γίνονται τραπεζικά από κάποιο ποσό και πάνω. Εάν δεν μπορεί κάποιος θα ανταποκριθεί στις φορολογικές του υποχρεώσεις, ανεξάρτητα αν η επιχείρηση του είχε απώλειες, τότε ξεκινάει ποινική διαδικασία εναντίον του.
Αν δεν κοπεί μια απόδειξη έχει πρόστιμο.
Οπότε, δεν έχετε παροχές, δουλεύετε περίπου για το 12% των εισπράξεων σας και δεν απολαμβάνετε καμία ευελιξία ως προς τις συναλλαγές ή την φορολογική αντιμετώπιση. Πως μπορείτε να αντεπεξέλθετε θα αναρωτιέστε; Γιατί σας έφεραν εδώ; Γιατί δεν ψάχνουν τρόπους να διορθώσουν πραγματικά το σύστημα, απλά ψάχνουν το εύκολο χρήμα στη νόμιμη συναλλαγή και σας εκφοβίζουν με δυσβάσταχτα πρόστιμα. Γιατί ζουν στο σύστημα. Γιατί είναι δύσκολο και χρονοβόρο να εκπαιδεύσεις τους πολίτες σου να μην φοροδιαφεύγουν και να βρεις τους παραβάτες. Γιατί επωμίζεσαι εσύ τη δική τους αναποφασιστικότητα και ανικανότητα. Γιατί ποτέ δεν την πληρώνει ο επιτήδειος. Ποιος μπορεί να αντέξει σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον εκτός από τις αλυσίδες; Σίγουρα όχι οι μικροεπαγγελματίες που έχουν ένα μαγαζί και προσπαθούν να δουλέψουν όπως μπορούν.
Όχι αυτοί οι τύποι πάντως. Όχι αυτοί οι εγκληματίες, που τόλμησαν να ανοίξουν μια επιχείρηση.
Με τέτοιους οικονομικούς όρους όχι μόνο είναι απίθανο να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη, αλλά η επιστροφή κινείται στα όρια του φανταστικού. Αυτή η τιμωρική, φοροεισπρακτική πολιτική, που δεν προσφέρει τίποτα, δεν έχει φέρει αποτελέσματα ούτε πρόκειται.
Δεν είναι δυνατόν να στοχοποιούνται και να εγκληματοποιούνται οι πολίτες προκειμένου το κράτος να σπαταλά και να σπαταλά πόρους. Προκειμένου ο ΟΣΕ να παρουσιάζει ζημιές ύψους 2 δις κατά έτος ενώ είναι μονοπώλιο (τις οποίες καλύπτουμε εμείς). Προκειμένου οι βουλευτές να συνεχίσουν να «αποζημιώνονται» με 6.200 ευρώ το μήνα.
Βρείτε λύσεις, όχι ημίμετρα.