Του Χρήστου Ηλιόπουλου*
Όταν αποβιώσει κάποιο πρόσωπο μεγάλης ηλικίας, που έπασχε από Αλτσχάιμερ και είχε δωρίσει δύο διαμερίσματα σε κάποιον μη συγγενή, οι κληρονόμοι μπορεί να επιχειρήσουν να ακυρώσουν την δωρεά, λόγω ελλείψεως χρήσεως του λογικού, αλλά και λόγω ενδεχομένων πιέσεων που μπορεί το ηλικιωμένο πρόσωπο να είχε δεχθεί για να προβεί στην δωρεά προς κάποιον που δεν είναι συγγενής. Ο νόμος στην Ελλάδα ορίζει ότι όταν κάποιος δεν έχει συνείδηση των πράξεών του, λόγω σωματικής νόσου, πυρετού, μέθης κλπ., ή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής, το συμβόλαιο που υπέγραψε κατά τον χρόνο που είχε τις άνω διαταραχές είναι άκυρο και δεν επιφέρει νομικά αποτελέσματα. Το ίδιο άκυρη είναι κάθε μεταβίβαση ακινήτου που έγινε εξαιτίας απειλής και πίεσης, προς το πρόσωπο που κάνει την μεταβίβαση, το οποίο δεν θέλει στην πραγματικότητα να προβεί στην δωρεά των ακινήτων του, αλλά υπόκειται σε απειλή αναφορικώς με επικείμενο κίνδυνο ζωής, σωματικής ακεραιότητος, ελευθερίας, τιμής ή περιουσίας του ιδίου ή προσώπων που συνδέονται μαζί του στενώς.
Στην υπ' αριθ. 1599/2014 απόφασή του ο Άρειος Πάγος εξέτασε υπόθεση, στην οποία μία χήρα χωρίς παιδιά, σε ηλικία 88 ετών δώρισε δύο διαμερίσματά της στα Ιωάννινα στην κοπέλα που την φρόντιζε χωρίς να είναι συγγενής της. Όταν τρία χρόνια αργότερα, το 2006, η γυναίκα απεβίωσε σε ηλικία 91 ετών, τα ανήψια της, ως κληρονόμοι, ζήτησαν με αγωγή στο δικαστήριο την ακύρωση της δωρεάς πρώτον επειδή, κατά την γνώμη τους, η κληρονομουμένη όταν έκανε την δωρεά δεν είχε πλήρη συνείδηση των πράξεών της λόγω γεροντικής άνοιας και δεύτερον, επειδή υπέστη πιέσεις από την γυναίκα που την φρόντιζε για να της κάνει την μεταβίβαση των δύο διαμερισμάτων.
Η κοπέλα προς την οποία έκανε την δωρεά την βοηθούσε καθημερινώς στις ανάγκες της, της έδινε τα φάρμακά της, την πήγαινε στους γιατρούς και της παρείχε φροντίδα σε κάθε ανάγκη της στην μεγάλη ηλικία που βρισκόταν, χωρίς σύζυγο και παιδιά, ενώ τα ανήψια της ζούσαν μακρυά και δεν την επισκέπτονταν, ούτε την φρόντιζαν ιδιαιτέρως. Η ηλικιωμένη πράγματι κατά τον χρόνο που υπέγραψε την δωρεά των δύο διαμερισμάτων της έπασχε από γεροντική άνοια, όχι όμως σε προχωρημένο στάδιο, όπως έκρινε το δικαστήριο, ούτε σε βαθμό που να επηρεάζεται η βούλησή της. Αντιθέτως, η δωρεά αποφασίσθηκε από τη δωρήτρια όχι ως αντάλλαγμα για την παροχή των υπηρεσιών της εναγομένης, αλλά αποκλειστικά από δική της πρωτοβουλία και αισθανόμενη ηθική υποχρέωση έναντι αυτής για την συνολική προσφορά της, την οποία μόνη αυτή επέδειξε, ενώ τέτοια συμπαράσταση δεν της είχαν προσφέρει τα συγγενικά της πρόσωπα. Η κληρονομουμένη είχε δώσει εν ζωή σε καθένα από τα ανήψια της δύο εκατομμύρια δρχ. και επομένως τα είχε βοηθήσει επαρκώς, ως συγγενείς της που ήταν. Το δικαστήριο έκρινε ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο συντάξεως του συμβολαίου δωρεάς, η δωρήτρια βρισκόταν σε ψυχική και διανοητική κατάσταση που της επέτρεπε να έχει επικοινωνία με το περιβάλλον, είχε συνείδηση των πράξεων της, γνωρίζοντας την ουσία και το περιεχόμενο της δικαιοπραξίας που κατάρτιζε, δηλαδή ότι με το συντασσόμενο συμβόλαιο προβαίνει σε διάθεση της περιουσίας της λόγω δωρεάς.
Ομοίως απερρίφθησαν και οι ισχυρισμοί των κληρονόμων ότι η θεία τους είχε πέσει θύμα πιέσεων και απειλών για να αναγκασθεί να προβεί στην δωρεά, διότι από τις καταθέσεις των μαρτύρων αμφοτέρων των πλευρών, δεν απεδείχθησαν οι σχετικοί ισχυρισμοί. Κατά συνέπεια η αγωγή των κληρονόμων για ακύρωση της δωρεάς των δύο διαμερισμάτων απερρίφθη τόσο από το Πρωτοδικείο, όσο και από το Εφετείο, ενώ και ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι η απόφαση του Εφετείου ήταν πλήρως αιτιολογημένη και δεν είχε τα νομικά σφάλματα που οι κληρονόμοι ισχυρίσθηκαν στην αναίρεση που άσκησαν, με τελικό αποτέλεσμα η δωρεά των δύο διαμερισμάτων να κριθεί έγκυρη και ισχυρή αμετακλήτως.
*Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. www.greekadvocate.eu